Δεν μπορεί να ερμηνευθεί το σημερινό αδιέξοδο που βιώνει η Ελλάδα αλλά και ολόκληρος ο πλανήτης, αν δεν επιχειρήσουμε να αναμετρηθούμε με τη θέση στην οποία βρίσκεται η ανθρωπότητα, δηλαδή σε ποιο πολιτιστικό πλαίσιο ενεργούμε σε όλα τα επίπεδα της καθημερινότητας. Η απόλυτη απαξίωση όλων των αξιών που επικρατεί τα τελευταία χρόνια σαφέστατα έχει συσκοτίσει το νου των ανθρώπων, καταδεικνύοντας την τραγικότητα της χώρας και ολόκληρου του δυτικού πολιτισμού. Σκοπός είναι να διανοιχτούν καινούριες λεωφόροι, ώστε το μέλλον να εκτραπεί  σε άλλες παραμέτρους, διαφορετικά η χώρα, που βρίσκεται στην πιο δεινή θέση στον δυτικό κόσμο, θα αφανιστεί ολοκληρωτικά. Δεν είναι δυνατόν να υπάρξει οποιαδήποτε λύση στο πρόβλημα και κατά επέκταση στον πολιτισμό της, από καμία πολιτική θεωρία, εάν δεν ληφθεί υπόψη η οντολογική ανάλυση του υπαρξιακού δράματος του ανθρώπου. Για όλους αυτούς τους λόγους θα ακολουθήσει η συγγραφή τεσσάρων άρθρων τα οποία το ένα θα αποτελεί συνέχεια του άλλου με γενικό τίτλο: «Το Τέλος του Διαφωτισμού». Το πρώτο άρθρο θα έχει ως υπότιτλο: «Η Διάψευση της Μεγάλης Υπόσχεσης», το δεύτερο άρθρο με υπότιτλο: «Υπάρχει δυνατότητα αναστροφής της καταστροφής;», το τρίτο άρθρο με τον υπότιτλο: «Οι Δύο τρόποι Ύπαρξης», και τέλος το τέταρτο άρθρο με υπότιτλο: «Ο Χαρακτήρας του Μέλλοντος».

Η Διάψευση της Μεγάλης Υπόσχεσης

Του Τριαντάφυλλου Σερμέτη

Είναι πασιφανές ότι ο δυτικός πολιτισμός, ο πολιτισμός των τελευταίων τριών αιώνων, ο πολιτισμός του Διαφωτισμού, το πνευματικό κίνημα που κυριάρχησε σε όλο τον δυτικό κόσμο, διανύει το ιστορικό τέλος του. Είναι γνωστό ότι στον Μεσαίωνα, μια εποχή που προηγήθηκε του Διαφωτισμού, υπήρξε η λεγόμενη κυριαρχία του Θεού. Η κυριαρχία του Θεού σήμαινε ότι οι άνθρωποι ετεροπροσδιορίζονταν, δηλαδή υπήρχε ετερονομία, που ετούτο σήμαινε ότι όλα περιστρέφονταν γύρω από τον Θεό, ο οποίος καθόριζε τα πάντα στη ζωή των ανθρώπων και κατά συνέπεια η ζωή αποκτούσε νόημα μέσα από την πίστη στον Θεό. Η μετάβαση από το φεουδαρχικό πολιτικό σύστημα που διαιώνιζε την κοινωνική ανισότητα, την αδικία και την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, στην αντιπροσωπευτική κοινοβουλευτική δημοκρατία  αποτέλεσε, από τον Διαφωτισμό και έπειτα, το σημείο αναφοράς για την ισότητα, την κοινωνική δικαιοσύνη και τη μη ταξική διάκριση των πολιτών. Μετά τη Γαλλική Επανάσταση και την εγκαθίδρυση του πνευματικού κινήματος του Διαφωτισμού, ο Θεός αποτινάσσεται και επέρχεται ο αυτοκαθορισμός της ανθρώπινης ύπαρξης που εκφράζεται με την αυτονομία του ανθρώπου. Σύμφωνα με την αντίληψη αυτή ο άνθρωπος έχει την αίσθηση ότι αυτός μόνος του με το λόγο και τη σκέψη του, δίχως υπερβατικές δυνάμεις, διαθέτει τη δυνατότητα να καταφέρει τα πάντα, δηλαδή με άλλους λόγους δεν υπάρχει η χρεία του Θεού για τον καθορισμό της ζωής· διότι αυτός ο κυριαρχικός, αφηρημένος και εξουσιαστικός Θεός καταπίεζε τους ανθρώπους με συνέπεια να τον εξοβελίσουν από τη ζωή τους. Επιτέλους ο άνθρωπος ελεύθερος πλέον έγινε κύριος του εαυτού του και με την ανάπτυξη της επιστήμης θα υπήρχε πρόοδος δίχως όρια. Αυτή η Μεγάλη Υπόσχεση της απεριόριστης προόδου, είναι υπόσχεση επάνω στη φύση, η ύπαρξη υλικής αφθονίας για όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους από την αρχή της βιομηχανικής επανάστασης. Ο άνθρωπος μπήκε στο δρόμο που θα τον έκανε ανώτερο ον και θα έπαιρνε τη θέση του μέχρι τότε θεού. Από τη στιγμή που οι φεουδαρχικές αλυσίδες είχαν πια σπάσει, ο καθένας θα μπορούσε να εκπληρώσει όλες τις επιθυμίες από την απεριόριστη βιομηχανική παραγωγή, η οποία θα διαχέονταν σιγά σιγά σε όλα τα μέλη της κοινωνίας και όχι μόνον στη ανώτερη τάξη. Από τον 17ο αιώνα η ιδέα της ευδαιμονίας άρχισε να παίρνει τη μορφή της υλικής ικανοποίησης. Ευτυχισμένος είναι εκείνος που κερδίζει για να έχει. Το τρίπτυχο, απεριόριστη παραγωγή, ανεμπόδιστη επιθυμία και απέραντη ελευθερία ήταν το νέο καθεστώς του πολιτιστικού παραδείγματος του Διαφωτισμού. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο της υλιστικής ευτυχίας γεννήθηκε και ο κομμουνισμός που η αντίληψή του για μια νέα κοινωνία και έναν νέο άνθρωπο γρήγορα μετέβαλλε την αντίληψη ότι το φτωχό προλεταριάτο οικουμενοποιημένο θα μεταβαλόταν σε έναν νέο τύπου αταξικού αστού που θα απολάμβανε εξίσου την υλιστική επιθυμία να ευτυχεί καταναλώνοντας τα αγαθά, τα παραγόμενα από το ίδιο, της βιομηχανικής παραγωγής. Το πάθος της επιθυμίας και κατοχής υλικών αγαθών θα οδηγήσει στον 20ο αιώνα σε μια ατέρμονη ταξική πάλη. Ο άνθρωπος προσδιορίζει το Είναι μέσα από το Έχει, εφόσον η ύλη κυριαρχεί αποκλειστικά στο πλαίσιο του πολιτισμού του Διαφωτισμού. Επομένως, η επιθυμία της κατοχής δημιουργεί την έννοια της απληστίας με συνέπεια η ταξική πάλη στο πλαίσιο τούτο να είναι αιώνια και άρα οι πόλεμοι να είναι αναπόφευκτοι. Απληστία και ειρήνη είναι αντίθετες έννοιες. Μέχρι τον Μεσαίωνα η οικονομική συμπεριφορά καθοριζόταν από ηθικές αρχές. Ο εγωκεντρισμός που εμφανίστηκε, λόγω της απεριόριστης επιθυμίας, αποσύνεδεσε την ηθική από την οικονομία. Το οικονομικό σύστημα έγινε αυτόνομο με συνέπεια η οικονομική ανάπτυξη να είναι ανεξάρτητη από τον άνθρωπο. Επομένως, το ερώτημα τι είναι καλό για τον άνθρωπο μετατοπίστηκε και μετατράπηκε στο τι είναι καλό για την ανάπτυξη του συστήματος. Τούτο συνέβηκε και στον καπιταλισμό αλλά αργότερα και στο κομμουνιστικό σύστημα. Αυτό βέβαια δικαιολογούνταν εύκολα, αφού θεωρήθηκε φυσικό ο άνθρωπος να είναι εγωκεντρικός, άπληστος και ιδιοτελής, επομένως ό,τι είναι καλό για το σύστημα είναι καλό και για τον άνθρωπο. Άρα αν δουλεύεις για να αναπτυχθεί μια εταιρεία ή δουλεύεις για να αναπτυχθεί ένα κράτος το υλικό κέρδος που θα έχει κάποιος ατομικά είναι υποβοηθητικό στο να ταυτίζεται το οικονομικό σύστημα με τον άνθρωπο. Οι κοινωνίες που δεν λειτουργούσαν ατομικά, εγωκεντρικά και με ιδιοτέλεια θεωρήθηκαν ότι είναι πρωτόγονες και απλοϊκές. Ο άνθρωπος καταγωγικά λόγω του φόβου και της ανασφάλειάς του επιθυμούσε εξαρχής να καθυποτάξει τη φύση, αλλά από τον Διαφωτισμό και πέρα τα προαναφερόμενα χαρακτηριστικά του αναπτύχθηκαν λόγω της αυτονόμησής του στο νέο πολιτιστικό πλαίσιο του Διαφωτισμού σε αυτοκαταστροφική πορεία. Η επιθυμία της κατακυριάρχησης στη φύση, μέσω της βιομηχανίας και της επιστήμης, έκανε τον άνθρωπο να την αντιμετωπίσει ως εχθρό και να είναι απέναντί της και όχι ως ένα μέρος αυτής όπως πραγματικά είναι.

Η διάψευση της μεγάλης υπόσχεσης, λοιπόν, προσδιορίζεται, πέρα από τις βασικές οικονομικές αντιθέσεις της βιομηχανοποίησης, από παράγοντες της ανθρώπινης φύσης που επιβλήθηκαν από το κίνημα του Διαφωτισμού και είναι ότι α) ο σκοπός της ζωής είναι η εκπλήρωση απεριόριστων επιθυμιών και ότι β) για να ικανοποιηθούν οι επιθυμίες αυτές, υλικών προδιαγραφών, απαραίτητο στοιχείο του ατόμου είναι η απληστία, ο εγωκεντρισμός και ατομικισμός, άρα εξορισμού όλοι οι υπόλοιποι είναι ανταγωνιστές. Και τούτο είναι φυσικό, διότι αυτό θα μας οδηγήσει στην αρμονία. Αν, δε, αυτή η ευδαιμονία επιτευχθεί, με απεριόριστη παραγωγή και άρα απεριόριστη κατανάλωση σε όλους τους ανθρώπους ανεξαιρέτως, τότε θα μας οδηγήσει στην αταξική κοινωνία που είναι η ιδανική κοινωνία.

Επομένως, αναφύεται ένα σοβαρό πρόβλημα που επιζητεί άμεση λύση. Αν ο προσδιορισμός της ανθρώπινης ύπαρξης προσδιορίζεται από την κατοχή, αφού στην ύλη μόνο κατοχή μπορεί να υπάρξει, είναι πρόβλημα χαρακτηρολογικό και όχι φυσικό που αναδεικνύεται από την αρχή του cogito ergo sum (σκέπτομαι άρα υπάρχω). Διότι η σκέψη όταν αποσυνδέεται από το πνεύμα και γίνεται απόλυτος ορθολογισμός, προς υλιστική μόνον κατεύθυνση, εξαντικειμενοποιεί και  εργαλειοποιεί τα πάντα και άρα όλα γίνονται χρηστικά προς όφελος μόνο του άπληστου εγωκεντρισμού. Τούτο αναπόδραστα οδηγεί στην καταστροφή του ανθρώπινου είδους.

Στη συνέχεια του επόμενου άρθρου θα εξετάσουμε αν υπάρχει δυνατότητα αναστροφής της κατάστασης.

 

Πηγή: httphttps://www.e-dromos.gr/a%CE%84-meros-diapsefsi-tis-megalis-yposchesis/s://www.e-dromos.gr/a%CE%84-meros-diapsefsi-tis-megalis-yposchesis/

--------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

 

Write comment (0 Comments)

 

 

 

Άρθρο μου σχετικά με κείμενο του Μίκη Θεοδωράκη: «Μονοπάτι προς το μέλλον»

Του Τριαντάφυλλου Σερμέτη

Στην Ελλάδα της πνευματικής καθίζησης υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που αντιστέκονται και επιχειρούν να αναγνώσουν την πραγματικότητα και να περισώσουν την αξιοπρέπεια του ανθρώπου. Οι ιδέες ενός μεγάλου Έλληνα με παγκόσμια απήχηση, του Μίκη Θεοδωράκη, προσπερνάνε την μίζερη εφημερότητα και ανυψώνουν τον άνθρωπο στην ουσία της ίδιας της ζωής. Στην τελευταία του παρέμβαση, στις 20 Αυγούστου, ο Μίκης αποδεικνύει τη μεστότητα των σκέψεών του και εκφράζει φιλοσοφικές και πολιτικές σκέψεις που αποτελούν παρακαταθήκη για την ανθρωπότητα.

Στο άρθρο αυτό ο Μίκης διαβλέπει ότι η ανθρωπότητα φτάνει σε ένα τέλος και τα μέχρι τώρα συστήματα διακυβέρνησης πλέον είναι στα όρια του τέλους τους. Διαπιστώνει το μηδενισμό που κυριαρχεί στην εποχή μας και στη σύνθλιψη του ανθρώπου. Θεωρεί ότι «τα κοινωνικά και πολιτικά συστήματα που δοκιμάστηκαν έως σήμερα, τελικά αποδεικνύεται ότι δεν κατόρθωσαν να αντιμετωπίσουν τον Άνθρωπο στην ολότητα και στην πολυπλοκότητά του». Ο άνθρωπος αυτοτιμωρείται, γιατί δεν σεβάστηκε την ανθρωπινότητά του από την πρώτη στιγμή που συγκροτήθηκε σε κοινωνία. Ο Μίκης εδώ κάνει την καίρια διάγνωση και αναγιγνώσκει την κύρια αιτία αυτής της οριακής κατάστασης που πλέον έχει περιέλθει ο κόσμος. Εμβαθύνει με μεστή φιλοσοφική σκέψη και εντοπίζει το πρόβλημα του ανθρώπου, ανεξάρτητα από την ιστορική περιόδο, που δεν τον αφήνει να ζήσει αρμονικά.  Το πρόβλημα είναι ο φόβος και η ανασφάλεια που συνέχει τον άνθρωπο γενεαλογικά ως ένστικτο. Και το αντιπαραθέτει με τη λογική. Η λογική, όμως, είναι εκείνη που τον βγάζει από τη θέση του θύματος και τον εντάσσει στη θέση του θυρευτή, πρώτα απέναντι στη φύση και στη συνέχεια έναντι του ίδιου του συνανθρώπου του. Όταν και ο ίδιος ο άνθρωπος άρχισε να συμπεριφέρεται με βίαιο τρόπο στον ίδιο τον άνθρωπο, ο φόβος και η ανασφάλεια επιτάθηκαν και τότε εμφανίστηκε και η αίσθηση της μοναξιάς και η ατομικότητα. Προκειμένου να ανταποκριθεί στις συνθήκες αυτές, ο άνθρωπος ανέπτυξε τη νόηση και τη δημιουργικότητά του για να μπορέσει να αμυνθεί. Η ατομικότητα και η νόησή του δημιούργησαν την αίσθηση της προστασίας, τουλάχιστον μερικής, δίχως, όμως, να αφανίσουν την αίσθηση του φόβου και της ανασφάλειας. Η δραματικότητα της ανασφάλειας πήρε μεγάλες διαστάσεις, όταν τα μέσα που ανέπτυξε για την άμυνά του μεταστράφηκαν σε μέσα επίθεσης και απειλής στους άλλους ανθρώπους. Εκείνα που είχε δημιουργήσει για άμυνα από τα ζώα, εξελίχθηκαν σε όπλα εναντίον των ανθρώπων, εναντίον άλλων ομάδων, φυλών, εθνοτήτων ακόμα και των ίδιων των οικογενειών. Ο φόβος χρησιμοποιήθηκε ως μέσον για να υποτάξει ο ισχυρότερος τους πιο αδύναμους. Ο εκφοβισμός λάμβανε διάφορες μορφές, είτε σωματικών απειλών είτε υλικών. Αργότερα χρησιμοποιήθηκε ο φόβος για επιβολή οικονομικών και πολιτικών ομάδων και η υποταγή άλλων ομάδων στις ισχυρότερες ομάδες. Ολόκληρες κοινωνίες και έθνη, με το όπλο του φόβου, υποτάχθηκαν σε αυτούς που διέθεταν στρατιωτική ισχύ. Ταυτόχρονα, η ηθική εξαθλίωση που επερχόταν, λόγω της ισχύος, έκανε την απελευθέρωση των ανθρώπων δυσχερή, καθώς πλανιόταν επί μονίμου βάσης ο φόβος του θανάτου. Η επιβαλλόμενη και αναγκαστική υποταγή έχει πάντα ως συνέπεια τη δραματική ψυχική ισοπέδωση του ανθρώπου, που ισοδυναμεί με μη θετικότητα προς τα πράγματα. Επιπλέον, περιορίζεται σε σημαντικό βαθμό η νοητική κίνηση, επέρχεται περιορισμένη παιδεία και πολιτιστική κάθοδος ολόκληρων κοινωνιών και εθνών και μια αναδρόμηση σε προγενέστερες καταστάσεις που οδηγούν σε φθορά και  ηθική απαξίωση. Πολλές φορές στην ιστορία της ανθρωπότητας λαοί και κράτη συνεργάστηκαν υπό την απειλή του φόβου της επίθεσης από άλλα έθνη, προκειμένου να διατηρήσουν την αυτονομία και την αυτοδυναμία τους. Στο πολιτικό επίπεδο, παρατάξεις πολιτικές διαφορετικής ιδεολογικής υφής συνασπίζονται για να αντιμετωπίσουν κινδύνους, αλλά και για να υπερισχύσουν προκειμένου να αναλάβουν την εξουσία. Το πρώτο στάδιο, προκειμένου να επιτευχθεί η φοβική επιβολή, είναι να κλονιστεί η εμπιστοσύνη του ανθρώπου στον εαυτό του· και τούτο επιτυγχάνεται με την ενοχοποίηση του εαυτού. Το τρίγωνο αυτό, εξουσία ενοχή και φόβος, που βασίζονται σε καταγωγικά ένστικτα του ανθρώπου, είναι καθοριστικά στη ζωή των ανθρώπων, είτε ατομικά είτε συλλογικά. Στην καθημερινή ζωή ο φόβος έγινε κανόνας, καθώς έχει διεισδύσει στη νόηση και στο συναίσθημα καταγωγικά, καθορίζοντας αποφασιστικά τις προσωπικές, πολιτικές και κοινωνικές συμπεριφορές. Η υποταγή των ανθρώπων, η οποία επιβάλλεται αναγκαστικά, έχει ως συνέπεια τη σύνθλιψη της ύπαρξης με αποτέλεσμα την απελπισία. Στην εξέλιξη της ανθρώπινης κοινωνίας προστέθηκε και ο φόβος της ηθικής καταπίεσης, κυρίως από τις θρησκείες, με αποτέλεσμα την πνευματική εξουθένωση του ανθρώπου. Η βίαιη επιβολή θρησκειών, οι οποίες υποτάσσουν την ελευθερία, την αυτοδυναμία και τον αυτοσεβασμό, αποτελεί τη διάχυση του κακού με το μανδύα του καλού. Άλλοτε η ηθική καταπίεση αφορούσε κυρίαρχες πολιτικές εξουσίες, που απέρριπταν πνευματικές αξίες με τις οποίες εμφορούνταν οι άνθρωποι. Σε πολλές περιπτώσεις, ο φόβος του θανάτου από βιολογικά αίτια ήταν ηπιότερος ενώπιον του θανάτου που θα προέρχονταν από ηθική καταπίεση. Για το ζήτημα της εξουσίας, ας επιχειρήσω, με αφορμή τη στοχαστικότητα του Μίκη, να επισημάνω οντολογικά τι συμβαίνει στον άνθρωπο. Η ισορροπία του υποκειμένου ανάμεσα στη φυσική και μεταφυσική του υπόσταση είναι αυτή που προσδιορίζει σε μεγάλο βαθμό το ίδιο το υποκείμενο. Η άμβλυνση των δύο εαυτών του υποκειμένου και η συνειδητοποίηση αυτού του γεγονότος είναι δυνατόν να προκαλέσουν στον άνθρωπο το αίσθημα της ντροπής, καθώς ανακαλύπτεται η διελκυστίνδα δύο μη ταυτοποιήσιμων εαυτών και τούτο προκαλεί ένα είδος αμηχανίας στον άνθρωπο. Και προκαλείται αμηχανία, διότι όταν ένας εξωτερικός μηχανισμός με εξουσιαστικές τάσεις εισβάλλει στο εσωτερικό του υποκειμένου, δημιουργώντας του ενοχές για ένα συμβάν, τότε το υποκείμενο έχει την τάση της αποδιοργάνωσης του ίδιου του εαυτού του, με συνέπεια να τον αντικειμενοποιεί, να αμφισβητεί την αξία της ίδιας της ύπαρξής του και να επαναξιολογεί καθολικά την κρίση του και να επανερμηνεύει με νέα κριτήρια τις πράξεις του. Πρόκειται, εν ολίγοις, για αλλοίωση και διαστροφή της φύσης του ανθρώπου. Πέρα από τη ντροπή που μπορεί να αισθάνεται το Εγώ για τον εαυτό του, το συναίσθημα που υπερβαίνει αυτό το γεγονός είναι το υποκείμενο να νιώθει ντροπή εκ μέρους ενός άλλου υποκειμένου. Με αυτά τα χαρακτηριστικά αναλαμβάνει τον πόνο και την αδυναμία της σχάσης ενός άλλου εαυτού, αποκαλύπτοντας την τραγικότητας της ύπαρξης. Τούτο οδηγεί στο να αμφισβητήσει το νόημα της ζωής. Περισσότερο και από την ντροπή για τον εαυτό, υπάρχει κάτι που την υπερβαίνει· το αίσθημα ντροπής εκ μέρους του άλλου. Σε αυτό το σημείο ενσκήπτει το σημαντικότερο στοιχείο, κατά τη γνώμη μου, για την έννοια της ντροπής στην ύπαρξη του ανθρώπου, το οποίο είναι η αυτοσυνείδηση της μη ταύτισης του Εγώ με τον εαυτό του, με αποτέλεσμα να υπάρχει η αδυναμία ερμηνείας της εξωτερικής πραγματικότητας. Το υποκείμενο αδυνατεί να αντιληφθεί την αλήθεια στην ολότητά της και να ορίσει την εξωτερική πραγματικότητα. Επομένως, εσωτερικεύει την αλήθεια στα όρια της δικής του υποκειμενικότητας. Αυτού του είδους η υποκειμενική αλήθεια αποτελεί τον αμυντικό μηχανισμό της ζωής του, καθώς της δίνει το νόημά του. Η ανάγκη αυτή αποτελεί ζήτημα ζωής και θανάτου της ίδιας της ύπαρξης. Οποιαδήποτε προσπάθεια παραβίασης αυτής της αλήθειας έχει ολέθρια αποτελέσματα. Έτσι, ο άνθρωπος υποτάσσεται στα κατασκευασμένα σχήματα αλήθειας που του προσφέρονται, καθώς υπάρχει η αδήριτη ανάγκη μιας αλήθειας.

 

Έχω την ισχυρή πεποίθηση ότι ο Μίκης Θεοδωράκης, με τη διορατικότητα και τη μεστή φιλοσοφική και πολιτική σκέψη που διαθέτει, ανοίγει πλέον ένα νέο παράθυρο ουσιαστικού διαλόγου, που θα οδηγήσει σε νέα μονοπάτια τον άνθρωπο και θα δώσει τη διέξοδο στην κατάπτωση που επικρατεί στις μέρες μας, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά, είναι ολοφάνερο, και σε ολόκληρο τον πλανήτη.

 

Θεσσαλονίκη,                                                                                           11.9.17

Τριαντάφυλλος Σερμέτης   

Πηγή: http://theodorakism.blogspot.gr/2017/09/blog-post_11.html

 

--------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

 

 

 

Write comment (0 Comments)

     

Κατά καιρούς δύο αιώνια βασανιστικά ερωτήματα επανέρχονται επίμονα. Χρειάζονται, άραγε, οι ποιητές; Έχει θέση η ποίηση στις ζωές των ανθρώπων; Σε εποχές άγριες, όπως αυτή που διανύουμε, προβάλλει η ερωτηματικότητα ακόμα πιο επιτακτικά. Συνήθης είναι η άποψη ότι η ποίηση χρησιμεύει για να ευφρανθούν οι αισθήσεις μέσω της αισθητικής των λέξεων και του εσωτερικού ρυθμού που διαθέτει ένα ποίημα. Οι μεταφορές, οι παρομοιώσεις και οι συμβολισμοί ενός ποιήματος δημιουργούν εικόνες στους αναγνώστες που ηδονίζουν την αισθητική πλευρά του ανθρώπου.

Αν ισχύουν τα παραπάνω, και ποίηση είναι μόνο αυτό, τότε εν πολλοίς είναι μια πολυτέλεια περιττή και δε χρειάζεται στην καθημερινότητα, καθώς στο προσκήνιο βρίσκεται η πάλη για τη βιωτή. Αυτός είναι ένας λόγος που δε διαβάζει ποίηση η πλειοψηφία των ανθρώπων. Υπάρχει, όμως, και ένας λόγος που ανάγεται στην ύπαρξη. Ενώ ενστικτωδώς αναγνωρίζεται ότι η ποίηση αγγίζει κάτι το υψηλό, ταυτόχρονα υπάρχει ένας φόβος προσέγγισής της. Αυτό που ψυχικά έλκει αλλά και φοβίζει ταυτόχρονα ονομάζεται δέος. Τι είναι αυτό που φοβίζει άραγε; Στην πραγματικότητα είναι η αναμέτρηση με τον εαυτό. Συνεπώς, η ποίηση είναι κάτι περισσότερο από απλή αίσθηση. Ο πραγματικός ποιητής, όταν συλλαμβάνει το περιεχόμενο ενός ποιήματος, πέρα από το τεχνικό και αισθητικό μέρος του πράγματος, βιώνει σε μια άλλη διάσταση του πραγματικού ένα γεγονός το οποίο το εξωτερικεύει με λέξεις. Αυτό το γεγονός βιώνεται στο χωροχρόνο της φαντασίας σε μια «αλλιώς» πραγματικότητα. Ο εσωτερικός αυτός χώρος είναι ο φαντασιακός χώρος, εκεί όπου συναντιέται η νόηση με τα συναισθήματα. Η νόηση συναισθάνεται και τα συναισθήματα νοούν πάνω στις μορφές. Αυτές οι μορφές, αποκαθαρμένες από τη διαστρεβλωμένη εξωτερική πραγματικότητα, αληθεύουν και οδηγούν τον ποιητή στην αρχετυπική καταγωγική φύση του ανθρώπου. Στο βαθμό που συμβαίνει κάτι τέτοιο, ο ποιητής φτάνει στο κάλλος της φύσης. Επομένως, εκεί βρίσκεται το Καλό. Στην ουσία ο ποιητής βρίσκεται σε μια διαρκή αναμέτρηση αυθυπέρβασης με τον εαυτό του. Σκοπός είναι να διαβεί την Πύλη που θα τον οδηγήσει στο κάλλος της φύσης του. Το κάλλος αυτό δεν περιγράφεται με ηθικολογικούς όρους, αλλά με οντολογικό περιεχόμενο.

Σύμφωνα με τα παραπάνω, συμπεραίνεται ότι ποιητές μπορούν εν δυνάμει να είναι ανεξαιρέτως όλοι οι άνθρωποι. Οι εξωτερικές πράξεις των ανθρώπων καθορίζονται μέσα από αυτή την εσωτερική λειτουργία. Επομένως, δεν είναι δυνατόν να συμβεί αλλαγή στο πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο αν δε συμβεί η υπαρξιακή επαναστατική διάβαση του εαυτού στη φύση του. Υπό αυτή την έννοια, η ποίηση έχει τη δυνατότητα να αλλάξει τον κόσμο. Ο άνθρωπος θέλει;

Η ποίηση της Αναστασίας Βούλγαρη κινείται σε αυτά τα υπαρξιακά μονοπάτια. Αυτό που την κινεί να συνθέσει την ποιητική συλλογή είναι η σύγχρονη τραγωδία του Ελληνισμού, η νέα εθνική και κοινωνική καταστροφή που επίκειται, η νέα Μικρασιατική καταστροφή που βρίσκεται εν εξελίξει. Θρηνεί για τον χαμό της πόλης. Το φως λιγόστεψε στην άκρη της πόλης. Δεν έσβησε όμως. Και αυτό που μας  δείχνει από τον τίτλο ακόμα του έργου της είναι ότι η ποιητική συλλογή που μας προσφέρει  η ελπίδα είναι αυτό που την χαρακτηρίζει. Αγωνιά όμως, ζει τα μεγάλα γεγονότα της σύγχρονης Ελλάδας από κοντά την αποικιοποίηση της χώρας της. Τις έντονες συγκρούσεις στους μεγάλους δρόμους και το αυγό του φιδιού να σπάει και να δολοφονεί. Και θλίβεται, θλίβεται για την κατάντια και για αυτά που έφεραν την πόλη ως εδώ.

Η μαυροφορεμένη γυναίκα ψάχνει στα ερείπια να ‘’δει’’ την Ελλάδα που χάνεται. Στην καταχνιά και μέσα στη σκοτεινιά της πόλης ψηλαφεί την ζωή, το φως που στέρεψε (σελ. 31). Ο έρωτας και η επανάσταση αποτελούν κεντρικές έννοιες (σελ. 33). Η Αναστασία συμπλέκει αρμονικά το προσωπικό με το συλλογικό, το ιδιωτικό με το κοινωνικό. Η διαρκής συσχέτιση, η ανοικτότητα αυτή, υπόκωφα διατρέχει όλη την ποιητική συλλογή της και είναι αυτή που θα μας δώσει τη λύση. Δεν μπορεί να υπάρξει επανάσταση χωρίς έρωτα, ούτε έρωτας χωρίς επανάσταση. Το ένα ενδυναμώνει το άλλο. Ο έρωτας είναι το ύψιστο συναίσθημα της ύπαρξης. Είναι η πραγματικότητα αλλιώς βιωμένη. Είναι η γνώση που δεν είναι υλική και δείχνεται υλικά. Είναι η ριζική ανατροπή του εαυτού που γεύεται την αθανασία. Και αυτό το γεγονός συνιστά την έξοδο από την σκληρή ύλη και τα πλαίσιά της. Αυτό το συναίσθημα είναι η ύψιστη επαναστατική πράξη. Επομένως, ο επαναστάτης δεν μπορεί παρά να είναι ερωτευμένος και ταυτόχρονα ερωτικός.  Χωρίς περιστροφές το θέτει ξεκάθαρα η Αναστασία. Η επαναστατική πράξη σήμερα είναι η Αγάπη. Αυτή θα γυρίσει τον χρόνο ανάποδα.

 Το φως, το βασικό συστατικό στοιχείο της Ελλάδας, το φως των ποιητών λιγοστεύει. Αυτό δε σημαίνει ότι η ελπίδα χάνεται. Βρισκόμαστε σε μια μεταβατική κατάσταση που το καινούργιο  δεν έχει έρθει, αλλά κυοφορείται. Υπάρχει ο σπόρος για να ανθίσει η γη ξανά. Η Βούλγαρη εξηγείται. Η ελληνικότητα είναι αυτή που χάθηκε. Και για αυτό τον λόγο συνομιλεί με την ιστορία για να βρει την κλωστή που κόπηκε και να την υφάνει για να ενώσει τα κομμάτια. Αυτή η ιστορικότητα, όμως, είναι μια ιστορικότητα άχρονη, μη χρονολογημένη. Ο χρόνος γυρνά ανάποδα. Μέσα σε αυτή την αχρονία και ταυτόχρονα συγχρονία ο Προμηθέας (Μίκης Θεοδωράκης), είναι αυτός που στις κρίσιμες χρονικές στιγμές του 20ου αιώνα αλλά και τώρα κλέβει την φωτιά από τους θεούς για να τη δωρίσει στους ανθρώπους. Γιατί τους ανθρώπους πολύ τους αγάπησε, τον λαό του που υποφέρει. Πάντα όμως αυτό το πλήρωνε και συνεχίζει να το πληρώνει. Γιατί όποιος αγαπά έχει το τίμημά του. Και ποιο είναι το τίμημά του(σελ17, σελ. 25); Γιατί μόνο αν ενωθούν τα κομμάτια θα έρθει η πολυπόθητη λύση του ελληνικού δράματος. Τι χάθηκε; Μα η κοινότητα, η συλλογικότητα. Χάθηκε  ο Ρήγας, ο Μακρυγιάννης, ο Παπαδιαμάντης, η θυσία του Άρη Βελουχιώτη, η μεγάλη λογοτεχνική γενιά του ‘30, που πάλευε να ορίσει αυτή την ελληνικότητα. Χάθηκε η Ρωμιοσύνη του Ρίτσου, το Άξιον Εστί του Ελύτη, η Δραπετσώνα του Λειβαδίτη. Και απόμεινε ο Προμηθέας μόνος και έρημος να αντιστέκεται  στον Μέγα Κατακτητή (σελ.14).  Ζούμε πια στη βία του δυτικού ατομικισμού. Μέσα στην πλάνη της ευδαιμονίας, ή μήπως δαιμονικής καταναλωτικής κοινωνίας;

 Η Αναστασία φωτίζει την άκρη της πόλης, ακολουθεί τα ίχνη του φωτός, που λιγοστεύει όταν «η αγάπη περνάει βιαστική μέσα από φειδωλές ψυχές», επειδή «έχει χαθεί μια επανάσταση». Αναζητά τους μαχητές του φωτός μέσα στη ναυαγισμένη πολιτεία, που αποκτά επίγνωση μέσα από την οικολογική καταστροφή Ο ερωτικός μονόλογος στο τελευταίο μέρος του βιβλίου για τις μεγάλες πυρκαγιές του 2007 είναι η στιγμή που συνειδητοποιεί την φωτιά που έχει κατακάψει την συνείδηση την ελληνική. Βλέπει τον θάνατο της ελληνικότητας μέσα από το καιόμενη καταστροφή. Η ερωτευμένη γυναίκα που θρηνεί για αυτόν τον χαμό.… Περιμένει και «μας καλεί στα σταυροδρόμια των ανθρώπων με τα υλικά μιας ρωμιοσύνης ανυπότακτης και στον πυρετό του απόλυτου έρωτα», όπως γράφει ο Ανδρέας Μαράτος, στον πρόλογό του. Ακολουθεί μια «νεκρική πομπή κατάβασης/ σε πορεία μελλοντικής ανάστασης», ενώ δεν διστάζει να θρηνήσει για τις χαμένες αγάπες της νεολαίας και τα κορίτσια που «σηκώνουν στους καλλίγραμμους ώμους τους τον βράχο της ζωής και της προδοσίας»… Ψηλαφεί τη σύνδεση του ατομικού με το συλλογικό και καλεί τον αιώνιο Ραψωδό να γυρίσει και πάλι τον χρόνο ανάποδα για να σωθεί ο άνθρωπος…

 

 


 

 

 

 

 

 

 

Write comment (0 Comments)

  

Νιώθω ιδιαίτερη χαρά απόψε που καλούμαι να μιλήσω  για τον ποιητή Δόικο. Στο ευρύτερο κοινό είναι γνωστός ως ο καθηγητής που θεραπεύει τη φιλοσοφία στον ακαδημαϊκό χώρο. Όσοι όμως γνωρίζουν καλύτερα το έργο του ξέρουν πολύ καλά ότι δεν είναι ακόμα ένας φιλόσοφος διανοητικής εργασίας γραφειοκρατικού ακαδημαϊκού τύπου αλλά ένας ποιητικός, δημιουργικός, παραγωγικός φιλόσοφος που αποτελεί την εξαίρεση στην Ελλάδα. Ποιητική φιλοσοφία στην Ελλάδα έχει παραχθεί μόνο από μη φιλοσόφους . Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο Ελύτης. Και ως ποιητικός φιλόσοφος ο Δόικος δεν θα μπορούσε παρά να παράγει και ξεχωριστό ποιητικό έργο.

Με την έκδοση της τρίτης   ποιητικής του συλλογής  θα μπορούσα πλέον ανεπιφύλακτα να τον χαρακτηρίσω  ως τον «ποιητή του φωτός». Και στις τρεις ποιητικές συλλογές, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο εμπεριέχεται η λέξη «φως». Η πρώτη είναι οι  «Φωτεινές Λεπίδες», η δεύτερη «Η νύχτα στάζει φως» και η τωρινή «Φωτιά». Και νομίζω ότι αυτή η λέξη αποτελεί τον κεντρικό άξονα όλης της φιλοσοφικής και ποιητικής του σκέψης. Ένα φως που αντιπαλεύει με τους δαίμονες που μας τυλίγουν………

«Οι εχθροί μου κρύβονται

Μέσα στο φως»

Μας λέει στο «Παιχνίδι»………..

Η φωτεινότητα όμως δεν είναι άκοπη Χρειάζεται να κοπιάσει για να την αντικρύσει. Η μοναξιά πολλές φορές κυριαρχεί. Καταριέται την μοναξιά υμνώντας την. Μας λέει στην  «Αμοιβή» .

«Στην φωνή μου παραμονεύει ένας δαίμονας

Τον βλέπω να σκορπίζεται

Στην άστεγη ταβέρνα,

Εκεί μέσα σιωπηλός

Χωμένος

Συνέχεια χόρευα.

Ύστερα από καιρό

Μόνος μπροστά σε μια φρουρά

Κρατάω σημειώσεις».

 «Με τρία βήματα προς τα εμπρός πέρασα μέσα από την κλειστή πόρτα» αφηγείται στο ποίημα «Η μοναξιά θα λιώσει μέσα στη Νύχτα»……….. .

«Ξαπλώνεις σκεπάζεσαι κλείνεις τα μάτια.

Ύστερα από λίγο

Αρχίζεις σιωπηλά να ουρλιάζεις».

 Διαβάζουμε  στο «Αποσήμερο»[11]……… ….

Η ποιητική του δημιουργία συνιστά μια αναγνωστική εμπειρία. Εισερχόμαστε σε μια άλλη διάσταση της πραγματικότητας, στην πραγματική πραγματικότητα, πέρα από την ορατή ύλη, ενώ στη στοχαστική του φαντασία αναδύεται η λογική των μορφών και εκεί αυτός ο άφθαρτος εν κινήσει κόσμος  προσλαμβάνει εκείνες τις συμπαντικές διαστάσεις της αληθινότητας που εν τέλει μας αφορά όλους…. Χαρακτηριστικό το τελευταίο ποίημα της δεύτερης εποχής «Η αλήθεια χορεύει τελευταία»[41].. Το διαβάζω.

Το εξώφυλλο είναι χαρακτηριστικό. Μέσα από το σκοτάδι αναδύεται με ένταση η φλόγα, το φως. Μέσα από το χάος της αβύσσου στο οποίο βρίσκεται ο εαυτός η φλόγα φωτίζει την ερημία, όχι όμως ανέξοδα, δεν είναι δωρεάν αλλά με το μαχαίρι πολεμά τους δαίμονες.  

Θα ήθελα τώρα  να σταθώ για λίγο στον τίτλο αυτής  της Ποιητικής Συλλογής. Η πρώτη ερώτηση που δημιουργείται στον αναγνώστη είναι: Γιατί ο τίτλος φωτιά; Η φωτιά είναι γνωστό ότι είναι ένα από τα τέσσερα στοιχεία που ορίζουν τη σχέση μας με τον κόσμο. Η θερμότητα είναι η ενέργεια , η δύναμη , το πάθος. Είναι Ζωϊκή ενέργεια που έχει τη δύναμη της μεταβολής, της μετάβασης. Είναι δύναμη της θέλησης. Αυτό προϋποθέτει την κίνηση , τον χώρο και τον χρόνο. Η ποιητική ενάργεια του Δόικου συμβαδίζει  με όλα τα παραπάνω στοιχεία σε μια μη ορατή, αλλά πραγματική διάσταση, σε έναν άλλο χωροχρόνο μη χρονολογημένο. Αυτός ο χώρος είναι η πατρίδα, η μόνη και πραγματική πατρίδα του Δόικου αλλά ταυτόχρονα και όλου του κόσμου.  Η έννοια της φλόγας οδηγεί σημειωτικά τη σκέψη μας στην έννοια του κατακόρυφου, καθίσταται δηλαδή σημείο ανόδου  που ενώνει τον κοσμολογικό με τον ανθρωπολογικό χώρο. Η κατεύθυνση προς τα άνω  συνδέει τη φωτιά και με την έννοια του ιερού. Ο Δόικος με τα ποιήματα του εισέρχεται ακριβώς σε αυτόν τον χώρο. Σε αυτή την πατρίδα ξετυλίγονται πραγματικά γεγονότα, τα οποία δεν είναι ούτε συμβολικά, ούτε αλληγορικά, ούτε πολύ περισσότερα μεταφορικά.

Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να σχολιάσω   δύο ποιήματά του από το βιβλίο προκειμένου να δείξω τα χαρακτηριστικά της ποίησής του.

Στο πρώτο ποίημα της πρώτης εποχής που την ονομάζει «πάθος», μας συστήνεται αμέσως ο Δόικος με την «αυτογνωσία» του[8]. …Το διαβάζω……. Αναρωτιέται ο Δόικος γιατί, ενώ έχει δεχθεί τόσες λύπες δεν σβήνει η ελπίδα, αλλά δυναμώνει ακόμα περισσότερο. Εδώ θυμίζει πολύ έντονα τη Νιτσεϊκή ρήση «ό,τι δεν με σκοτώνει με κάνει πιο δυνατό. Εισερχόμαστε δυναμικά στο πεδίο της γενναιότητας, της διακινδύνευσης, στην κατά μέτωπο αντιμετώπιση του πόνου «κόκκινες χαρακιές» μας λέει, με σκοπό να τον διαπεράσει. Δεν θέλει να βολευτεί εκεί μέσα, δεν τον ενδιαφέρει να θυματοποιηθεί και να αναλάβει έναν ρόλο βολικό για πολλούς. Δεν θέλει να κάνει κλίκα με τον πόνο με ένα μαζοχιστικό και αυτιστικό τρόπο. Τον αφορά η κατακόρυφη ανύψωση και διεξάγεται ένας αδυσώπητος πόλεμος του φωτός με τις σκιές. Θέλει να τον διαπεράσει με σκοπό να φτάσει στη διαφάνεια, στο σημείο που καθρεφτίζεται χωρίς κηλίδες η αλήθεια. Το μαχαίρι του παίρνει φωτιά και καρφώνεται πάνω στην καρδιά του δαίμονα όπως χαρακτηριστικά μας λέει στο εισαγωγικό ποίημα «Απόφαση»[5]…… Το Διαβάζω……… «Αντί να σβήνει αγριεύει» λέει για το φως στην «αυτογνωσία». Με τον τελευταίο αυτό στίχο του ποιήματος ο τίτλος της πρώτης εποχής «πάθος» φανερώνεται. Η οξύτητα του φωτός  σα σπαθί διαπερνά τις κόκκινες χαρακιές. Ένα φως  που στο ποίημα «Φωνές»[15] κάνει το πρόσωπο να λαμπυρίζει….. Το διαβάζω …….Σε αυτό το ποίημα ο κατακλυσμός του συναισθήματος της άμεσης αδιαμεσολάβητης αγάπης, μιας ερωτικότητας για ένα πρόσωπο που κατακαίγεται από τη φωτιά, μια φωτιά μη καιόμενη όπως  στη βιβλική φλεγόμενη βάτο.

Στο ομώνυμο ποίημα «Φωτιά»[45] εισερχόμαστε στον κεντρικό άξονα της ποιητικής συλλογής. Δηλώνεται ξεκάθαρα από τον Δόικο ότι δύο πατρίδες κυματίζουν στη γειτονιά. Αναρωτιέται εύλογα ο αναγνώστης, ποιές είναι οι δύο πατρίδες; Η πατρίδα ως έννοια δηλώνει χώρο, χρόνο, κοινότητα, δηλαδή σχέση.  Εδώ πρόκειται, κατά τη γνώμη μου, περί δύο σωμάτων. Το σκληρό εκτατό σώμα, το ξεκάθαρα χρονολογημένο βιολογικό σώμα που  εμφατικά φοβάται το φως. Έρχεται όμως η δεύτερη πατρίδα, το δεύτερο σώμα που είναι  εκτατό μεν, αλλά μη ορατό ,μια πατρίδα γεμάτη φως από τα αστέρια φανερώνει τα μυστικά  του κόσμου πάνω από οποιαδήποτε τρικυμία του Ωκεανού. Καθώς η λέξη πατρίδα είναι θηλυκού γένους δηλώνεται εδώ, κατά γνώμη μου, μια έμμεση αλλά σαφής αναφορά στην ερωτική σχέση, καθώς είπαμε ότι πατρίδα είναι η κοινότητα, σε ένα βαθύτερο αυθεντικό επίπεδο.  Στη στοχαστική φαντασιακή σκέψη του Δόικου μας δεικνύεται μια αλλιώς πραγματικότητα. Αυτή η γνώση μιας άλλης πραγματικότητας είναι απόλυτα κατανοητή σε αυτόν που δεν έχει εγκλωβιστεί  στην περιοριστική γνώση του αίτιου-αιτιατού. 

 

Κλείνοντας με ένα τελευταίο σχόλιο θα έλεγα  ότι η αγωνία του Δόικου και στις τρεις ποιητικές συλλογές, ιδιαίτερα  όμως στη «Φωτιά» διαφαίνεται να είναι αυτή η τελική αναμέτρηση με τον εαυτό του η οποία  λαμβάνει χαρακτηριστικά σκληρής πάλης. Μας δείχνει σε όλους την οδό που χρειάζεται ο καθένας μας να ακολουθήσει  για να διαφανεί μέσα από την πάλη η αρχετυπική   αλήθεια  και εν τέλει η ομορφιά χωρίς τον παραμορφωτικό καθρέφτη της σκληρής ύλης.. Θέλοντας  να κάνω και ένα τελευταίο σχόλιο θα έλεγα ότι η ποίηση , όπως φαίνεται ξεκάθαρα και μέσα από τον Δόικο, αποδεικνύει για ακόμη μια φορά την δυσκολία της ανάγνωσης της από μεγάλο πλήθος ανθρώπων για ένα απλό λόγο. Είναι αναγκασμένος ο καθένας μας να αντιμετωπίσει τις σκιές του και αυτό το γεγονός δεν αποτελεί εύκολη υπόθεση. Και για να παραφράσω έναν στίχο του Δόικου Αστράφτει το μαχαίρι  της μέσα στο σκοτάδι και αυτό ταράσσει τις ψυχές. 

 


 

 

 

Write comment (0 Comments)

Today 17

Yesterday 16

Month 33

All 82287

Counter