Τριαντάφυλλος Σερμέτης
Το Μέλλον λιγοστεύει
- Κατηγορία: Άρθρα
του Τριαντάφυλλου Σερμέτη
Οταν υπερτερεί κατά πολύ η νόηση έναντι του συναισθήματος ή αντίστροφα όταν υπερτερεί το συναίσθημα σε βάρος της νόησης, τότε επέρχεται βαθιά σχάση και υπέρμετρη ανισορροπία στον άνθρωπο, με συνέπεια το κενό που δημιουργείται ανάμεσα σε αυτά τα δύο να βιώνεται ως άβυσσος. Και το ένα και το άλλο είναι κριτήρια καλλιέργειας και πνευματικής ακμής ή παρακμής, αφού το πνεύμα συναποτελείται από αυτά τα δύο στοιχεία· άρα η εξύψωση του πνεύματος προϋποθέτει σε ισορροπία αυτά τα δύο τουλάχιστον. Στην Ελλάδα σήμερα έχει επέλθει βαθιά ανισορροπία που βιώνεται ως άβυσσος και αποτελεί τραγωδία του ελληνισμού. Το μέλλον αυτής της χώρας λιγοστεύει πλέον εμφανώς.
ΕΙΝΑΙ ΟΦΘΑΛΜΟΦΑΝΕΣΤΑΤΟ ότι η πλήρης οικονομική χειραγώγηση των τελευταίων δέκα ετών που οδήγησε στην πλήρη εθνική εξάρτηση από τις ξένες δυνάμεις, είχε ως τελικό σκοπό την ανακατάταξη των συνόρων των κρατών στην περιοχή μας και ειδικότερα στα Βαλκάνια. Η Ελλάδα, πλήρως υποταγμένη ως χώρα παρίας, διαδραματίζει αυτόν τον γεωπολιτικό ρόλο ως εμπροσθοφυλακή των ισχυρών. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να δει κανείς τη Συμφωνία των Πρεσπών. Τούτο σημαίνει ξεκάθαρα ότι εξυπηρετεί συμφέροντα αλλότριων δυνάμεων. Το αν η εξυπηρέτηση των αλλότριων συμφερόντων μπορεί να θεωρηθεί ότι εξυπηρετεί και τα συμφέροντα της Ελλάδας είναι πολύ συζητήσιμο, διότι η ελληνική ιστορία έχει αποδείξει πολλάκις ότι, όταν στην πορεία του χρόνου μεταβληθούν τα συμφέροντα των ισχυρών, ο υποταγμένος αφήνεται στην τύχη του. Έτσι προήλθαν οι μεγάλες συμφορές στην ιστορία του ελληνικού κράτους. Με βάση τον παραπάνω συλλογισμό όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις και το σύστημα που τις στηρίζει –η τελευταία δεν εξαιρείται– λειτουργούν με όχημα μόνο τη νόηση (πραγματισμό), διότι θεωρούν ότι θα πρέπει να συμβιβαστούν, δηλαδή να υποταχθούν πλήρως στους ισχυρούς για να επιβιώσουν. Η λογική τούτο επιβάλλει· κατά συνέπεια αυτή η λογική, και μάλιστα απόλυτα κυνική, δεν ενέχει φυσικά ψήγματα ιδεολογίας, παρά μόνο τρόπους επιβίωσης μέσω της απόλυτης υποταγής. Επομένως, με βάση τον παραπάνω συλλογισμό, ο απόλυτος πραγματισμός που οδηγεί πάντα σε συμβιβασμούς (υποταγή) έχει ιστορικά οδηγήσει σε εθνικές συμφορές (βλ. μικρασιατική καταστροφή).
Επίσης, είναι φανερό ότι η οικονομική κρίση, που οδήγησε εκατομμύρια ανθρώπους σε οικονομική εξαθλίωση, ανέσυρε στην επιφάνεια της ελληνικής κοινωνίας, ως κυρίαρχα, τα συναισθήματα του θυμού, του μίσους και της οργής, που είναι αποτελέσματα της προδοσίας που αισθάνθηκε η κοινωνία από το πολιτικό σύστημα από τη μεταπολίτευση και μετά. Η γιγάντωση και η εξωτερίκευση αυτών των συναισθημάτων οδήγησε σε ακραίες συμπεριφορές. Η εθνικιστική έξαρση που παρατηρείται είναι αποτέλεσμα αυτού του γεγονότος. Άνθρωποι που τα προηγούμενα χρόνια δεν εκδήλωναν τέτοιες συναισθηματικές εξάρσεις, τώρα κυριεύονται από το μίσος, την οργή και το θυμό. Βέβαια, αρκετοί πατριδέμποροι, γνωρίζοντας την ψυχολογία του κόσμου, εκμεταλλεύονται και υποκινούν αυτά τα συναισθήματα, επιχειρώντας να κυριαρχήσουν και να κάνουν καριέρες επάνω στα συναισθήματα των αφελών. Και αυτοί κατατάσσονται βέβαια στους κυνικούς λογικούς που, όταν κυβερνήσουν, θα υποταχθούν αντίστοιχα στα συμφέροντα των ισχυρών. Αλλά χρειάζεται να τονιστεί ότι οι εθνικισμοί αυτοί πάντα υποδαυλίζονται και από τις ξένες δυνάμεις, διότι εξυπηρετούν τα σχέδιά τους για τις μελλοντικές ανακατατάξεις των συνόρων, αφού, ως γνωστόν, αυτές οι αλλαγές μόνο μέσα από τους εθνικισμούς και τους εθνικούς διχασμούς, που αποδυναμώνουν ένα κράτος, επιτυγχάνονται. Το ερώτημα είναι: γιατί να κυριαρχεί το συναίσθημα έναντι της λογικής; Είναι γνωστό ότι, όταν κάποιος βρίσκεται σε πιο αδύναμη θέση από αυτόν που επιχειρεί να συνομιλήσει, επειδή δεν μπορεί να τον αντιμετωπίσει χρησιμοποιεί το συναίσθημα για να τον εκβιάσει. Είναι βέβαιο ότι όταν κυριαρχεί το συναίσθημα έναντι της λογικής, με συνέπεια να κυριαρχήσει ο εθνικός παροξυσμός (παραλογισμός) πολιτικά, οδηγούμαστε σε εθνική συμφορά. (βλ. μεγαλοϊδεατισμός).
Η μεγάλη απόκλιση που υπάρχει πλέον στη χώρα ανάμεσα στο νου και στο συναίσθημα οδηγεί αναπόδραστα στην υποταγή, στο χάος και στην άβυσσο. Αυτή τη φορά η συλλογική συμφορά θα είναι ο διαμελισμός της χώρας
Με βάση τους παραπάνω συλλογισμούς, η Ελλάδα, τούτη την κρίσιμη για την επιβίωσή της χρονική στιγμή, βιώνει τον μηδενιστικό παρακμιακό εαυτό της στο μέγιστο σημείο. Από τη μια μεριά, η κυνική λογική που, υποταγμένη και δουλική στον ξένο παράγοντα προκειμένου να επιβιώσει, επιδίωξε τη Συμφωνία των Πρεσπών επιχειρηματολογώντας για την ειρήνη, τον αυτοπροσδιορισμό, την αυτοδιάθεση. Υπό άλλες συνθήκες πράγματι θα ήταν μια καλή συμφωνία, αλλά λόγω της επιβολής της από τον ξένο παράγοντα είναι ευνόητο ότι ανοίγει τις διαθέσεις για ανακατατάξεις συνόρων, με συνέπεια τις εθνικές θύελλες· και από την άλλη μεριά, η κυριαρχία του τυφλού συναισθηματισμού (εθνικισμού) που οδηγεί σε βέβαιη εθνική καταστροφή, διότι η τυφλότητα από το αρνητικό πάθος δεν αφήνει περιθώρια ψυχικής όρασης, αλλά και διότι πάλι εξυπηρετείται ο ξένος παράγοντας, αφού ο εθνικός διχασμός και ο παραλογισμός αδυνατίζουν την καθαρή σκέψη της χώρας. Είναι απλό: το όνομα συνιστά στο μέλλον πεδίο αλυτρωτικών διαθέσεων όχι μόνο από τους γείτονες προς την ελληνική Μακεδονία, αλλά και πιθανόν από μια ελληνική εθνικιστική κυβέρνηση προς τους γείτονες. Δεν το εγγυάται κανείς ότι δεν θα υπάρξει ένα τέτοιο μέλλον.
ΕΠΟΜΕΝΩΣ, η πνευματική παρακμή που τα τελευταία χρόνια βιώνει η ελληνική κοινωνία γίνεται πλέον συμφορά για την ίδια την χώρα. Ηθελημένα (υποστηρικτές της Συμφωνίας των Πρεσπών) ή αθέλητα (αντίθετοι της Συμφωνίας) όλη η χώρα χορεύει σύμφωνα με τους ρυθμούς και τις επιθυμίες των ξένων παραγόντων. Μόνο όταν επέλθει η σύγκλιση μεταξύ του νου και του συναισθήματος θα υπάρξει εκείνη η ενιαία δύναμη, μια δυναμική ενότητα αντιμετώπισης των κινδύνων. Υπάρχει σαφέστατα σε ένα μεγάλο μέρος του λαού που η λογική και το συναίσθημα συγκλίνουν. Βρίσκεται όμως στη μέγγενη, από τη μια μεριά, του εθνικιστικού παραλογισμού των συλλαλητηρίων και, από την άλλη, της υποταγμένης και δουλικής Συμφωνίας. Τούτο το μέρος του λαού, που αποτελεί, κατά τη γνώμη μου, τη σιωπηλή πλειοψηφία, στενάζει σιωπηλά δίχως εκπροσώπηση στην κοινωνία, ούτε πολύ περισσότερο στην πολιτική κονίστρα, και ασφυκτιά ανάμεσα στην ανισορροπία του συναισθήματος και της λογικής. Γίνεται εμφανές ότι πρόκειται για το μέρος εκείνο του λαού που δεν ενδίδει σε απατηλά διλήμματα, που εξυπηρετούν πάντα εκείνους που θέλουν να ελέγχουν τους λαούς, κατασκευασμένα από κέντρα που εδρεύουν είτε στο εσωτερικό είτε στο εξωτερικό. Αν επικρατούσε στη χώρα το παραπάνω σκεπτικό, θα σταματούσε η εξυπηρέτηση των σχεδίων των ξένων δυνάμεων και θα επερχόταν εθνική ανεξαρτησία και μη υποδούλωση. Η εθνική ανεξαρτησία επέρχεται όταν υπάρχει η αίσθηση ότι ο συνομιλητής είναι πνευματικά ισορροπημένος και ως εκ τούτου τον σέβεσαι· διότι, όση ισχύ και να έχει μια χώρα, είναι γνωστό ότι ο κυνικά λογικός υποτάσσεται και ο τυφλά συναισθηματικός άγεται και φέρεται από οραματική τυφλότητα, ενώ η πνευματική ισορροπία δημιουργεί αρραγές μέτωπο.
Η μεγάλη απόκλιση που υπάρχει πλέον στη χώρα ανάμεσα στο νου και στο συναίσθημα οδηγεί αναπόδραστα στην υποταγή, στο χάος και στην άβυσσο. Αυτή τη φορά η συλλογική συμφορά θα είναι ο διαμελισμός της χώρας. Το μέρος του λαού που παρακολουθεί σιωπηλό, μη εκπροσωπούμενο και διεσπαρμένο, παρότι γνωρίζει, αδυνατεί να αναχαιτίσει τη συμφορά. Παραμένει όμως θεματοφύλακας μιας πνευματικής παράδοσης της ελληνικότητας, που συνταιριάζει αρμονικά τη λογική σκέψη της Δύσης με το συναίσθημα της Ανατολής. Η πολιτιστική παρακμή, τελικά, ως προάγγελος της πνευματικής παρακμής, αποδεικνύεται από τα γεγονότα ότι λιγοστεύει το μέλλον τούτης της χώρας.
Πηγή: https://www.e-dromos.gr/to-mellon-ligostevei/
Σχόλια
Write comment (0 Comments)Εθνική και Πνευματική απώλεια
- Κατηγορία: Άρθρα
του Τριαντάφυλλου Σερμέτη
Είναι γνωστή η άποψη πολλών ότι τα τελευταία χρόνια υπάρχει πνευματική καχεξία στον τόπο, η οποία συνίσταται στην έλλειψη πνευματικών ταγών της κοινωνίας στο συλλογικό γίγνεσθαι. Ο πνευματικός άνθρωπος είναι εκείνος που παρεμβαίνει ενεργά στα πολιτικά, στα κοινωνικά, στα πολιτιστικά και ηθικά προβλήματα της κοινότητάς του, επιχειρώντας να διεισδύσει στην αλήθεια μέσω της γνώσης και να στοχαστεί ενεργητικά. Πνευματικοί άνθρωποι υπάρχουν και θα υπάρχουν στο μέλλον. Το πρόβλημα προκύπτει όταν η κοινωνία λοιδορεί την πνευματικότητα, λόγω της απάθειας στην οποία έχει περιπέσει· όταν τούτο αποτελέσει στάση ζωής, ο άνθρωπος μυείται στην αντίληψη ότι δεν μπορεί και δεν υπάρχει λόγος να ενεργεί για ο,τιδήποτε.
Μια τέτοια περίπτωση πνευματικού ανθρώπου υπήρξε ο Μητροπολίτης Σισανίου και Σιατίστης Παύλος. Με τις εμπεριστατωμένες απόψεις του και τον συγκροτημένο λόγο του αναδείκνυε τις δυνατότητες της πατρίδας μας, μέσα από την Ορθόδοξη παράδοση και τον δυναμικό χριστιανικό λόγο, ώστε να δοθεί λύση στο αδιέξοδο της χώρας. Επισήμανε την κατάπτωση που βίωνε ο τόπος σε πολιτικό, κοινωνικό, εκπαιδευτικό και πολιτιστικό επίπεδο. Αφύπνιζε τις νωθρές συνειδήσεις σε καίρια κοινωνικά και εθνικά ζητήματα. Λειτουργούσε με τρόπο συλλογικό, αλλά ταυτόχρονα διατηρούσε την προσωπική του αυτονομία. Στιγμάτιζε τη βία, το μίσος και εναντιωνόταν στο μαύρο και στο κακό. Είναι γνωστό ότι ήταν διακηρυγμένος εχθρός των κάθε είδους φασιστών και συχνά ερχόταν σε ευθεία σύγκρουση μαζί τους, δίχως φόβο, καθώς δεχόταν απειλές για τη ζωή του. Αντιτέθηκε στις κατεστημένες αντιλήψεις της ιεραρχίας για τα ζητήματα της ισότητας και της δικαιοσύνης. Επαναστατούσε και αγωνιζόταν ενάντια στην εμπάθεια και στον παντός είδους ρατσισμό. Συνέβαλε αποφασιστικά –με τον λόγο του και τις πράξεις του– στην προβολή της αξίας του «εμείς», αναδεικνύοντας στην κοινωνική συνείδηση τη σπουδαιότητα του συλλογικού συμφέροντος έναντι του ατομικού. Ζούσε για να προσφέρει στην κοινότητα συλλογικά, αδιαφορώντας για το Εγώ και το κλείσιμο στον εαυτό. Τάχθηκε ενάντια στην αδικία, στη διαφθορά και στη μισαλλοδοξία.
Με άλλους λόγους, ο Μητροπολίτης Σισανίου και Σιατίστης Παύλος ήταν ο ορισμός του πνευματικού ανθρώπου, καθώς οι ενέργειές του αυτές δεν ήταν ενταγμένες σε κατεστημένες αντιλήψεις –με την έννοια ότι δεν εξυπηρετούσε συμφέροντα είτε προσωπικά είτε κάποιας ομάδας (κομματικής, ταξικής ή άλλης)– διότι ο ίδιος δεν ήταν καταναλωτής ιδεών, αλλά, αντίθετα, δημιουργός ιδεών. Ο πνευματικός άνθρωπος ίπταται της εποχής του σε έναν χώρο άχρονο και έτσι γίνεται διαχρονικός. Ταυτόχρονα, επηρεάζει την εποχή του, καθώς με τον λόγο και τις πράξεις του αποτελεί το φωτεινό σημείο και δείχνει στην κοινότητα το μέλλον της. Αυτή είναι η έννοια του πνευματικού ταγού, που ο ίδιος ο Παύλος –με το έργο του και τις πράξεις του– μεταλαμπαδεύει ως διαθήκη στις επόμενες γενιές.
Write comment (0 Comments)
Ο Κομμουνισμός είναι μαρξιστικός ή χριστιανικός; Από το συμφέρον στην αγάπη Μια κριτική προσέγγιση στο νέο βιβλίο του Γιώργου Παναγιωτίδη
- Κατηγορία: Άρθρα
Του Τριαντάφυλλου Σερμέτη
Το βιβλίο του Γιώργου Παναγιωτίδη με τον ερωτηματικό τίτλο «Ο Κομμουνισμός είναι Μαρξιστικός ή Χριστιανικός;» και με τον ενδιαφέροντα υπότιτλο «από το συμφέρον στην αγάπη», όσο μικρό είναι σε έκταση τόσο θέτει επιτακτικά ζητήματα της θεολογικής και φιλοσοφικής σκέψης που άπτονται άμεσα της κοινωνικής και πολιτικής σφαίρας. Όλα τούτα επιτυγχάνονται με αφορμή την έρευνα για τον όρο «κομμουνισμός», δηλαδή για το πότε πρωτοειπώθηκε και πρωτοεμφανίστηκε και από ποιους διατυπώθηκε, αλλά στην πραγματικότητα διαβλέπω μια απόπειρα του συγγραφέα να θέσει κοινωνικά τον χριστιανισμό και να επαναθεμελιώσει τις χριστιανικές αξίες σε ένα επίπεδο πολιτικό, προκειμένου να συνδέσει την χριστιανική πίστη με τον άνθρωπο και τις ανάγκες του. Ο συγγραφέας επιχειρεί να αναδείξει τον χριστιανισμό επιχειρώντας να δημιουργήσει μια θεολογία του προσώπου που παρεμβαίνει μέσα στην κοινωνία. Τούτο το επιτυγχάνει αποπειρόμενος συστηματικά μέσα από πηγές να αναδείξει ότι ο κομμουνισμός είναι πρώτα από όλα η κοινοκτημοσύνη των πρωτοχριστιανών και κατά δεύτερο λόγο ότι ο όρος αυτός πρωτοχρησιμοποιήθηκε από χριστιανούς ιερωμένους στην Ευρώπη. Επομένως, αποδεικνύει μέσα στο βιβλίο ότι η χριστιανική κουλτούρα σαφέστατα ώθησε τον Μαρξ να δανειστεί τον όρο για να περιγράψει την υλιστική του κατά βάση φιλοσοφία.
Εκείνο που επιχειρείται από τον συγγραφέα να απαντηθεί στις εσωτερικές σελίδες του βιβλίου, βασίζεται, εν πολλοίς, στις πηγές που προέρχονται κυρίως από τον Μπερδιάγεφ, ο οποίος επιχείρησε να αναλύσει τα ζητήματα αυτά με αφορμή τα βιώματα και τις εμπειρίες που είχε από τον σοβιετικό σοσιαλισμό. Τι νόημα έχει ένας χριστιανισμός αποκομμένος από την κοινωνική πραγματικότητα και μη εμπλεκόμενος σε αυτή; Είναι δυνατόν ένας χριστιανός να στηρίζει άδικα καθεστώτα του μίσους της βίας και της αδικίας ή μήπως τελικά δεν τον αφορούν τα του κόσμου τούτου με συνέπεια να παραμένει θεατής σε στάση ουδέτερη σε τέτοιες καταστάσεις; Και τα δύο αυτονόητα συνιστούν αντιχριστιανικές συμπεριφορές και ενέχουν σπέρματα φαρισαϊσμού. Είναι φανερό ότι σε όλους μας έρχεται στο νου το κίνημα της θεολογίας της απελευθέρωσης στη Λατινική Αμερική και με ποιο τρόπο συναντήθηκε εκεί ο χριστιανισμός με τον μαρξισμό. Πρόκειται σαφέστατα για την εφαρμογή στην πράξη με πειστικό τρόπο του κοινωνικού ρόλου του χριστιανισμού και της θυσιαστικής λογικής για τον πλησίον. Η Θεολογία της Απελευθέρωσης, αποτελεί ένα Χριστιανικό κίνημα πολιτικής θεολογίας. Σύμφωνα μ’ αυτήν, η διδασκαλία του Ιησού Χριστού, σχετίζεται, και με την «απελευθέρωση» από την κοινωνική, οικονομική, και πολιτική αδικία. Με τον τρόπο αυτό δημιουργήθηκε σε όλη περίπου τη Λατινική Αμερική ένα είδος συμβίωσης ανάμεσα στον μαρξισμό και στον χριστιανισμό. Ως εκ τούτου, οι θεολόγοι της απελευθέρωσης δεν ενδιαφέρονταν να αποτελούν μέρος της ιεραρχικής δομής της εκκλησίας. Το έργο τους επικεντρώθηκε στην κοινωνική οργάνωση, σε συνεργασία με τις εξαθλιωμένες μάζες και με το προλεταριάτο.
* * *
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, όμως, παρουσιάζει ο υπότιτλος του βιβλίου: από το συμφέρον στην αγάπη. Η φράση αυτή αποτελεί το κλειδί της οποιασδήποτε πολιτικής λύσης και ταυτόχρονα η έλλειψη συνειδητότητας αυτής της φράσης, σε ατομικό και σε δημόσιο επίπεδο, οδηγεί σε καταστρεπτικές συνέπειες τις κοινωνίες. Η έννοια του συμφέροντος δηλώνει εμφατικά το δικαίωμα του ατόμου να κατέχει αντικείμενα στην ιδιοκτησία του. Το ύψιστο αγαθό της ατομικής ιδιοκτησίας προσδιορίζει, εν πολλοίς, τον τρόπο ύπαρξης, με την έννοια της ταύτισης της κατοχής με το Είναι. Συνέπεια τούτου είναι ότι, όταν κάποιος δεν κατέχει υλικά αγαθά, ταυτόχρονα είναι και τίποτα ως οντότητα. Μέσα, λοιπόν, στο πλαίσιο αυτό επιχείρησε η μαρξική θεωρία να αντιμετωπίσει τούτο το πρόβλημα, αλλά είναι βέβαιο ότι, όταν αποπειράται κάποιος να αντιμετωπίσει ένα πρόβλημα, δίχως να διοράται την αιτία του προβλήματος, συνέπεια αυτού είναι να εγκλωβίζεται στην ίδια λογική. Είναι γνωστό ότι ο ακραίος ορθολογιστής αρνείται το συναίσθημα. Μάλιστα θεωρεί ότι τούτο συνιστά και αδυναμία και γι’ αυτόν τον λόγο είναι ενοχλητικό. Τα χαρακτηριστικά του ακραίου ορθολογιστή είναι ότι εξαντικειμενοποιεί τον κόσμο, εργαλειοποιεί ακόμα και τον ίδιο του τον εαυτό, τα βλέπει όλα ως αντικείμενα έτοιμα προς χρήση. Έτσι, όμως, δεν υπάρχει ούτε ο ίδιος, αφού δεν αναγνωρίζει ούτε τον εαυτό του ως υποκείμενο. Ένα μόνο συναίσθημα τον διατρέχει και αυτό δεν είναι άλλο από το να θέλει διακαώς να κυριαρχεί στους άλλους και στα πράγματα, πάντα ως αντικείμενα. Οπότε, όταν εκφράζει δημόσια μια άποψη ένας μη αποκλειστικά ορθολογιστής, ενοχλεί τον κυνισμό του ορθολογιστή. Ο ορθολογιστής προσδιορίζει την ύπαρξή του από την κατοχή υλικών αγαθών. Ο άνθρωπος δεν Είναι, αλλά Έχει μόνο. Η ανθρώπινη αυτή στάση προσδιορίζει σε μεγάλο βαθμό τη συνολικότερη συμπεριφορά του ανθρώπου στην ίδια του τη ζωή. Παραμένει το Είναι απρόσωπο, δίχως να τίθεται στα πράγματα. Ο άλλος τρόπος Ύπαρξης εμφαίνεται όταν το Είναι ασκεί το χαρακτηριστικό του Ανθρώπινου, που είναι η διάθεση για κίνηση. Η κίνηση ενεργοποιεί την Ανθρωπινότητα και θέτει σε κίνηση τον υποκειμενικό παράγοντα· θέτει σε κίνηση το Είναι. Με άλλους λόγους το Είναι είναι ή δεν είναι σε σχέση με το κρίσιμο ζήτημα της αρχής της κίνησης της Ύπαρξης. Δεν Είναι αν δεν υπάρχει και γι’ αυτόν τον λόγο η Ύπαρξη προηγείται του Είναι. Δεν μπορεί να υπάρξει κίνηση δίχως οποιουδήποτε είδους αλλαγής ή μεταβολής. Η διακύμανση της δύναμης της μεταβολής είναι το συναίσθημα.
Με βάση τους δύο περιγραφόμενους τρόπους Ύπαρξης λειτουργεί η γνώση που αποτελεί καθοριστικό παράγοντα στον τρόπο αντίληψης της ζωής.
* * *
Σήμερα θα πρέπει να αρχίσουμε να συζητάμε για τους όρους του Ανθρώπινου και του Αντι-ανθρώπινου και αυτοί οι όροι να αποτελέσουν τους οδοδείκτες του μέλλοντος. Αυτές οι δύο έννοιες θα αντιμάχονται μεταξύ τους και θα αποτελέσουν το πεδίο των μελλοντικών πολιτικών αντιπαραθέσεων. Ποιο, όμως, είναι το περιεχόμενο που χαρακτηρίζει τον έναν όρο και ποιο τον άλλον; Αν συμφωνήσουμε ότι η ανθρωπιά χαρακτηρίζει εκείνον που επιθυμεί το καλό, τη δικαιοσύνη, το δίκαιο, εκείνον που θέλει την ειρήνη, την επιθυμία του ανθρώπου να εξυψώνεται πνευματικά, να επιθυμεί να βοηθά τους συνανθρώπους του και τέλος να έχει ενσυναίσθηση, τα στοιχεία αυτά αποτελούν πρώτιστα ανθρωπολογικά πολιτιστικά χαρακτηριστικά και κατά συνέπεια και πολιτικά. Πιστεύω ότι δεν υπάρχει κάποιος που να μην συμφωνήσει με τα παραπάνω, ότι δηλαδή όλα τούτα δεν θα συνιστούσαν αυτό που ονομάζεται Ανθρώπινο. Το Αντι-ανθρώπινο τι είναι; Ακριβώς, βέβαια, οι αντίθετοι χαρακτηρισμοί. Το Ανθρώπινο χαρακτηρίζεται αναγκαστικά από τον ορθό λόγο και το συναίσθημα και το αντιανθρώπινο χαρακτηρίζεται μόνο από τον ακραίο ορθολογισμό. Διότι ο κυνικός ορθολογισμός, που επικρατεί μέχρι στιγμής στο πεδίο της πολιτικής, οδηγεί σε αυτόν τον παραλογισμό του Αντι-ανθρώπινου που όλοι τον αντιλαμβανόμαστε αλλά δεν τον κατανοούμε πολλές φορές.
Έχω, λοιπόν, την ισχυρή πεποίθηση ότι η φράση αυτή του υπότιτλου του βιβλίου του Γιώργου Παναγιωτίδη είναι μια βαθιά πολιτική φράση, η οποία αν αναλυθεί σε βάθος θα δώσει μια καινούργια πολιτική διέξοδο στα σημερινά πολιτικά αδιέξοδα. Η δύναμη εκείνη που θα περάσει από το συμφέρον στην αγάπη, από την ιδιοτέλεια στην ανιδιοτέλεια, από την κυριαρχικότητα στην υπηρέτηση του άλλου ανθρώπου, και εν τέλει από το αντιανθρώπινο στο Ανθρώπινο, τότε αυτή η δύναμη θα οδηγήσει τις κοινωνίες σε ανθρωπινότερες ατραπούς.
Εν κατακλείδι, έχω την απόλυτη πίστη ότι το βιβλίο του Γιώργου Παναγιωτίδη θα αποτελέσει στο μέλλον σημείο αναφοράς και σε πολιτικά κινήματα που θα διεκδικήσουν καλύτερους όρους ζωής και θα λειτουργήσει ως μια θρυαλλίδα νέων αντιλήψεων πολιτικής συμμετοχής, ειδομένης υπό την οπτική της δημόσιας ανιδιοτέλειας που προσφέρει η πραγματική αγάπη.
Write comment (0 Comments)