×

Μήνυμα

Η λειτουργία αποστολής email έχει προσωρινά απενεργοποιηθεί σε αυτό τον ιστοχώρο, παρακαλώ δοκιμάστε αργότερα.

sermetis ok

 

Ο διδάκτωρ Φιλοσοφίας του ΑΠΘ μιλάει για τις έννοιες της πλατωνικής ελευθερίας και μεταξύ άλλων αναφέρεται στο αίσθημα του φόβου

 

Μια άκρως ενδιαφέρουσα και αποκαλυπτική συνέντευξη έδωσε στην εφημερίδα “Νέα Κρήτη” ο Τριαντάφυλλος Σερμέτης, ο οποίος είναι διδάκτωρ Φιλοσοφίας του ΑΠΘ. Μιλώντας για τις έννοιες της πλατωνικής ελευθερίας και της χριστιανικής θεώρησης του Αγαθού, υποστηρίζει πως η ψυχή στον Πλάτωνα αναζητά τον απεγκλωβισμό της, ενώ στη χριστιανική θεωρία η ψυχή δημιουργείται μαζί με την ανθρώπινη ζωή, υποστηρίζοντας πως «ο άνθρωπος είναι αναγκαίο να αυτοπροσδιοριστεί με βάση τη φαντασία του, τον κριτικό αναστοχασμό και την ανάδυση της βούλησής του στο προσκήνιο, που θα τον ωθήσει να προτάξει τη δημιουργική συγκρότησή του ως ελεύθερου ατόμου».


Διευκρινίζοντας τις βασικές διαφορές ανάμεσα στον Καστοριάδη και τον Καντ, ο κ. Σερμέτης αναφέρεται στο αίσθημα του φόβου, λέγοντας πως «εκείνοι που επιχειρούν να επιβάλουν τους όρους του φόβου, προκειμένου να κυριαρχούν, φοβούνται και οι ίδιοι τις ομάδες που επιχειρούν να απελευθερωθούν. Για αυτόν τον λόγο απειλούν με φοβερά γεγονότα. Κατά συνέπεια, ο κυρίαρχος και ο υποταγμένος φοβούνται το ίδιο: είναι οι δύο όψεις του ίδιου συναισθήματος. Κατά συνέπεια, θα έλεγα ότι η εξουσία καθόλου δεν απελευθερώνει. Από την άλλη ούτε διαφθείρει, αλλά πιστεύω ακράδαντα ότι ελκύει τους ήδη διεφθαρμένους. Η εξουσία, κατά τη γνώμη μου, για να είναι επωφελής, θα έπρεπε να δίδεται σε ανθρώπους που δεν την θέλουν».
Ολόκληρη η συνέντευξη που παραχώρησε ο κ. Σερμέτης στην εφημερίδα “Νέα Κρήτη” έχει ως εξής...

 

 

 

 

 
Η πλατωνική ελευθερία, όπως την αντιλαμβάνεστε, σχετίζεται με τη χριστιανική θεωρία ως προς την αποδοχή του Αγαθού; Ποια είναι τα σημεία σύγκλισης και απόκλισης;«Ο Πλάτων όρισε την ελευθερία μέσα στον κόσμο των ιδεών: τη θεώρησε ως τον απεγκλωβισμό της ψυχής από τους περιορισμούς που της επιβάλλει το σώμα, ενσωματώνοντάς την στον κόσμο των ιδεών. Χαρακτήρισε την κοινωνία μια απομίμηση, μια αναπαράσταση του κόσμου των πραγματικών ιδεών και της αλήθειας, που η ψυχή συναντά μετά τον θάνατο του σώματος. Ο Πλάτων ήταν ο θεμελιωτής της ελευθερίας, ως έννοιας που κατακτιέται σε μια άλλη διάσταση, σε ένα χώρο ανεντόπιστο, σε έναν πνευματικό κόσμο, στο Αγαθό. Και, υπό το πρίσμα αυτό, μπορεί να θεωρηθεί ως προάγγελος του Χριστιανισμού. Ας μη λησμονούμε ότι ο Πλάτων είχε προφανώς υπόψη του τις ιδέες και τα κείμενα που κυκλοφορούσαν στην περιοχή της Μεσοποταμίας, καθώς ταξίδευε αρκετά. Η θεολογική ερμηνεία του Πλατωνισμού, που εκδηλώθηκε κυρίως με τον Νεοπλατωνισμό τούς πρώτους αιώνες του Χριστιανισμού, βασίζεται στο δυιστικό μοντέλο του Πλάτωνα. Είναι εμφανής η
επίδραση της πλατωνικής φιλοσοφίας στα θεολογικά ζεύγη “άκτιστο-κτιστό”, “γενητό-αγένητο”. Οι Καππαδόκες θεολόγοι επαναδιατύπωσαν τη φιλοσοφική ορολογία του Πλάτωνα, προσαρμόζοντάς την, όμως, στη θεολογική ατμόσφαιρα. Τότε επήλθε η ζεύξη Ελληνισμού και Χριστιανισμού. Μια σημαντική απόκλιση ανάμεσα στον Πλατωνισμό και τον Χριστιανισμό τίθεται στο ζήτημα της ψυχής. Ο Πλάτων θεωρεί ότι η ψυχή έχει μια προϋπάρχουσα άυλη μορφή που εγκλωβίστηκε στη σάρκα ως εκπεσμένη. Επομένως, η ψυχή για τον Πλάτωνα γυρεύει διαρκώς τον απεγκλωβισμό της από τη σάρκα σε έναν αέναο κύκλο ενσαρκώσεων και αποσαρκώσεων. Θυμίζει έντονα αυτή η θεωρία τις ανατολικές θρησκείες, κυρίως τον Ινδουισμό, περί μετενσαρκώσεων. Στον Χριστιανισμό η ψυχή δεν έχει προϋπάρχουσα μορφή, αλλά δημιουργείται μαζί με την ανθρώπινη ζωή και μετά τον σωματικό θάνατο αναμένει την πλήρη ανάσταση των κεκοιμημένων».

Ο πολίτης σήμερα

 

Όπως αναφέρεται, ο Καστοριάδης αντιλαμβάνεται την έννοια της πολιτικής ως μια συνεχή διαδικασία αμφισβήτησης των θεσμών, στη βάση της οποίας παράγονται νέοι θεσμοί. Και σε καμία περίπτωση δεν ανακυκλώνεται μόνο στη συμμετοχή στα κοινά. Εάν πάμε στη σημερινή πραγματικότητα, θα διαπιστώσουμε πως ο πολίτης απουσιάζει από τη δημόσια διαβούλευση και “πολιτικοποιείται” μόνο στις εκλογές. Πώς θα έβλεπε τον πολίτη σήμερα ο Καστοριάδης; Θα υποστήριζε πως βρισκόμαστε σε ένα ιδιότυπο καθεστώς φαυλοκρατίας;

«Ο Καστοριάδης δεν αναζητά τον πολιτικό άνδρα, αλλά την πολιτική. Την πολιτική ως συνειδητή συμμετοχή σε μια διαδικασία συνεχούς αμφισβήτησης των θεσμών, της δημιουργίας νέων με σκοπό την ελευθερία και όχι μια ευδαιμονία ενός κλειστού συστήματος που συνειρμικά οδηγεί στις δυστοπίες του Χάξλεϊ. Η ελευθερία του Καστοριάδη είναι μια ιδέα που κερδίζεται μέσα από τη συνείδηση του ατόμου, ως μέλους μια συλλογικότητας που αυτοθεσμίζεται. Για να επισυμβεί ετούτο, όμως, χρειάζονται ορισμένες προϋποθέσεις. Είναι ανάγκη να υπάρξει μια άλλη σχέση του ανθρώπου με τον εαυτό του. Ο άνθρωπος είναι αναγκαίο να αυτοπροσδιοριστεί με βάση τη φαντασία του, τον κριτικό αναστοχασμό και την ανάδυση της βούλησής του στο προσκήνιο, που θα τον ωθήσει να προτάξει τη δημιουργική συγκρότησή του ως ελεύθερου ατόμου. Με βάση την παραπάνω θεώρηση του Καστοριάδη για τον πολιτικό άνθρωπο, θα μπορούσα να ισχυριστώ με βεβαιότητα ότι ο Καστοριάδης στη σύγχρονη εποχή δε θα έβλεπε διόλου έναν πολίτη που αποζητά να αυτοθεσμίζεται, παρά μόνον έναν πολίτη που μεταβάλλεται σε μια ασχέτιστη ατομική πολιτική μάζα που άγεται και φέρεται ανάλογα με τις επιθυμίες των ΜΜΕ, που αποτελούν οπωσδήποτε μίσθαρνα όργανα των ολιγαρχικών ελίτ. Είναι γνωστό ότι πλέον ένα μεγάλο μέρος των πολιτών - θα έλεγα οι μισοί σχεδόν - δεν “πολιτικοποιούνται” ούτε καν κατά τη διάρκεια των εκλογών, για διάφορους λόγους, όμως, ο καθένας. Αρκετοί από αυτούς διότι βλέπουν το αδιέξοδο του πολιτικού συστήματος και το ανώφελο του πράγματος. Αυτή είναι ίσως μια πολιτική τελικά στάση, αλλά, παρ’ όλα αυτά, το γεγονός αυτό οδηγεί αργά ή γρήγορα σε μια εσωστρεφή αναδίπλωση στην ατομικότητα».

 

Η αυτονομία του Καντ και του Καστοριάδη

Ποιες είναι οι διαφορές ανάμεσα στην καντιανή έννοια της αυτονομίας από την έννοια της αυτονομίας του Καστοριάδη; Ο Καντ συνδέει την αυτονομία με τον Λόγο και κατ’ επέκταση με την ελευθερία. Ο Καστοριάδης πώς συλλαμβάνει τον καντιανό στοχασμό;

«Στα κεντρικά ζητήματα της σκέψης του Kαντ είναι βέβαιο ότι η θεωρία του αποτελεί μετεξέλιξη, αλλά με πολλαπλή και δημιουργική σύνθεση των αντίστοιχων μεγάλων σταθμών της φιλοσοφικής παράδοσης, ιδίως του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη, των Στωικών, του Χριστιανισμού και του ευρωπαϊκού ορθολογισμού με αφετηρία τον Ντεκάρτ. Ο Kαντ υποστηρίζει ότι υφίσταται ένας παγκόσμιος ηθικός νόμος, χωρίς ο ίδιος να έχει ανάγκη από καμιά αιτία που να τον δικαιολογεί. Ο ηθικός νόμος είναι εκείνος που καθορίζει και δίνει τη δυνατότητα στις έννοιες του καλού και του κακού. Οι έννοιες του καλού και του κακού αποτελούν συνέπειες τού a priori καθορισμού της βούλησης και, ως τέτοιες, προϋποθέτουν και μια καθαρή πρακτική αρχή και άρα μια αιτιότητα του πρακτικού λόγου. Σύμφωνα με τον Kαντ, η ουσία κάθε ηθικής αξίας των πράξεων εξαρτάται από το εξής: ο ηθικός νόμος να καθορίζει άμεσα τη βούληση, την αυτονομία του ανθρώπου. Ο ηθικός νόμος, μέσω της έννοιας του ανώτατου αγαθού ως αντικειμένου και τελικού σκοπού του πρακτικού λόγου, οδηγεί προς τη θρησκεία, δηλαδή στη γνώση των καθηκόντων, που είναι θείες προσταγές και όχι κυρώσεις με τη μορφή αυθαίρετων διαταγμάτων και συμπτωμάτων μιας εξωτερικής βούλησης, αλλά ουσιώδεις νόμοι κάθε βούλησης απόλυτα ελεύθερης που θεωρούνται ως προσταγές του υπέρτατου όντος. Η αυτονομία του ανθρώπου, σύμφωνα με τον Kαντ, μόνο σε αυτό το πλαίσιο μπορεί να πραγματοποιηθεί. Πρόκειται, εν ολίγοις, για ένα κλειστό σύστημα αναγκαιότητας, όπου κινείται η ελευθερία του ανθρώπου. Αντίθετα, ο Καστοριάδης συλλαμβάνει την έννοια της αυτονομίας ως μια ανοικτή διαδικασία διαρκούς αυτοθέσμισης. Ο άνθρωπος είναι αναγκαίο να αυτοπροσδιοριστεί με βάση τη φαντασία του, τον κριτικό αναστοχασμό και την ανάδυση της βούλησής του στο προσκήνιο, η οποία θα τον ωθήσει να προτάξει τη δημιουργική συγκρότησή του ως ελεύθερο άτομο. Ο αναστοχασμός νοείται ως μια κίνηση αποστασιοποίησης του ατόμου από τις σκέψεις και τις πράξεις του, καθιστώντας τον εαυτό του αντικείμενο της σκέψης του, με σκοπό να μελετήσει τη βούλησή του, το νόημα των πράξεών του και την αποδειξιμότητα αυτών. Με αυτόν τον τρόπο το άτομο αυτο-αξιολογείται και μετασχηματίζεται. Ο κριτικός αναστοχασμός δεν παραμένει στις επιμερισμένες και αποσπασματικές σκέψεις και πράξεις του εαυτού, αλλά επεκτείνεται στην ολότητα του εαυτού. Όλα υπόκεινται σε μια ριζική αναθεώρηση. Ο αναστοχασμός αυτός στην ουσία αποτελεί μια διαλεκτική του εαυτού, που μέσα από την κριτική αυτή αναπροσαρμόζονται οι λήψεις των αποφάσεων, οι οποίες ανακατευθύνουν τις πράξεις των ατόμων. Η διαλεκτική, η φαντασία και ο αναστοχασμός για τον Καστοριάδη είναι τα καθοριστικά στοιχεία που προσδιορίζουν την ελευθερία του ατόμου, την αυτονομία του».

 

«Η Φιλοσοφία του φόβου»

Είστε συγγραφέας του έργου “Η Φιλοσοφία του φόβου”. Έχοντας διαβάσει περιλήψεις και κριτικές, μια εύλογη ερώτηση γεννιέται μέσα μου. Τελικά, η εξουσία απελευθερώνει ή διαμορφώνει με φουκωικούς όρους ένα διεφθαρμένο σύστημα ανθρώπινων σχέσεων όπου η ανισότητα και η υπεροχή ξεχωρίζουν;

«Ο φόβος θεωρείται ως το πλέον αρχέγονο αρνητικό συναίσθημα, το οποίο, μέσα στους αιώνες που διατρέχουν την ανθρώπινη ιστορία, παρουσιάζεται με πολλές μορφές και αποτελεί μια απειλή που διαχέεται σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής, καθώς αποτελεί καθοριστικό στοιχείο για την ενσωμάτωση στο κοινωνικό “είναι” και τη διαμόρφωση της προσωπικότητας του ανθρώπου, μέσω των ψυχικών διακυμάνσεων και των εντάσεων που αυτός προκαλεί. Τα τελευταία χρόνια οι εξουσίες έχουν συστηματοποιήσει την επιβολή του φόβου, προκειμένου οι λαοί να είναι χειραγωγήσιμοι. Παλαιότερα η επιβολή του φόβου πραγματοποιούνταν με δικτατορίες, προκειμένου να σταθεροποιηθούν οι άρχουσες ελίτ. Πλέον δε χρειάζεται κάτι τέτοιο, διότι με τη συστηματική και επιστημονική επιβολή του φόβου σταθεροποιούνται τα καθεστώτα και σε εποχές “Δημοκρατίας”. Στο βιβλίο αυτό επιχειρώ να αναλύσω το συναίσθημα του φόβου και με ποιον τρόπο αυτός επιβάλλεται κυριαρχικά στις κοινωνίες. Η συστηματική επιβολή του φόβου, που μπορεί να διαχέεται στην κοινωνική συνθήκη, συνδέεται αναπόδραστα με το κακό και την τιμωρία. Το κακό συνδέεται άμεσα με τον εξουσιαστικό θεσμό: τούτος αποπειράται, με τη σκληρή καταστολή και την απειλή της τιμωρίας, να εμποδίσει οποιαδήποτε απόπειρα διαπέρασης του φόβου από τον άνθρωπο, που θα οδηγήσει αναπόδραστα στην ατομική ή συλλογική απελευθέρωση. Με αυτόν τον τρόπο, στοχεύει στο να μη διαπεραστεί ο φόβος και τούτο σημαίνει ότι, εάν επιχειρήσει κάποιος ή κάποια κοινωνική ομάδα να διεκδικήσει ελευθερίες, θα υποστεί τη φοβερή απειλή. Δείτε για παράδειγμα φέτος τον χειμώνα με ποιον τρόπο λειτουργούσε η Αστυνομία. Χτυπούσε αδιάκριτα φιλήσυχους πολίτες. Αυτό το έκανε όχι γιατί παραλογίστηκε η Αστυνομία, αλλά γιατί εξυπηρετούσε τον στόχο του φόβου. Ήταν ένα έμμεσο μήνυμα προς την κοινωνία να μη διανοηθεί κανείς να διαμαρτυρηθεί για οτιδήποτε, καθώς υπήρχε μια διαρκής απειλή ότι ο πολίτης θα τιμωρηθεί - ακόμα και με την ίδια τη ζωή του. Η απειλή της διαφαινόμενης χειροτέρευσης μιας κατάστασης αποτρέπει το να επιχειρηθεί οποιαδήποτε ενέργεια από τον φοβισμένο άνθρωπο ή ομάδα. Στην πραγματικότητα, επιχειρείται ο άνθρωπος να φοβάται τον φόβο. Έτσι, ελέγχονται οι κοινωνικές ομάδες και παραμένουν πειθήνιες στις ομάδες που θέλουν να κυριαρχούν. Ταυτόχρονα, εκείνοι που επιχειρούν να επιβάλουν τους όρους του φόβου, προκειμένου να κυριαρχούν, φοβούνται και οι ίδιοι τις ομάδες που επιχειρούν να απελευθερωθούν. Για αυτόν τον λόγο απειλούν με φοβερά γεγονότα. Κατά συνέπεια, ο κυρίαρχος και ο υποταγμένος φοβούνται το ίδιο: είναι οι δύο όψεις του ίδιου συναισθήματος. Κατά συνέπεια, θα έλεγα ότι η εξουσία καθόλου δεν απελευθερώνει. Από την άλλη ούτε διαφθείρει, αλλά πιστεύω ακράδαντα ότι ελκύει τους ήδη διεφθαρμένους. Η εξουσία, κατά τη γνώμη μου, για να είναι επωφελής θα έπρεπε να δίδεται σε ανθρώπους που δεν την θέλουν».

Για να επανιδρυθεί μια αληθινή δημοκρατία, τι πρέπει να υπάρξει;

«Το πρόβλημα της δημοκρατίας δεν είναι μόνο ελληνικό, αλλά είναι πρόβλημα του δυτικού κόσμου πλέον. Στην Ελλάδα, όμως, η δημοκρατία βρίσκεται σε τριτοκοσμικά επίπεδα και σταδιακά μετατρέπεται σε ολιγαρχική τυραννίδα. Είναι πια σαφέστατη η απειλή να οδηγηθεί η Ευρώπη σε μια εξομοιωτική των λαών της πολτοποίηση, με ολοκληρωτική την υποταγή τους στους όρους του παγκοσμιοποιημένου, δίχως αντίπαλο, και γι’ αυτό αχαλίνωτου παιχνιδιού των “αγορών”. Οι Ευρωπαίοι πολίτες αντιλαμβάνονται την Ευρωπαϊκή Ένωση, με τη γραφειοκρατική σύσταση που φέρει αυτή, ως ιδιαιτέρως απομακρυσμένη από τα προβλήματα της πραγματικής κοινωνίας. Ο υπερεθνικός οργανισμός, δομημένος με συστατικά παγκοσμιοποιημένου νεοφιλελεύθερου συστήματος με επίκεντρο τα οικονομικά νούμερα, άσχετα με την πραγματική ζωή, δεν αντανακλά τη βιωτή των κοινωνιών. Οι ανισότητες που δημιουργεί αυτού του είδους η πολιτική, η συρρίκνωση των δικαιωμάτων και το ξήλωμα του δημόσιου τομέα σμικρύνουν επικίνδυνα τη δημοκρατία. Όλα αυτά δημιουργούν το αίσθημα της περιθωριοποίησης και, κατά συνέπεια, με την ψήφο ανάθεσης δε θα αλλάξει κάτι δραματικά στη ζωή των ανθρώπων. Επιπλέον, η πολιτική, ταυτιζόμενη με την οικονομία, αυτονομείται από την κοινωνία και δημιουργείται μια πολιτική τάξη που δεν έχει επαφή με τους πολίτες. Κατά αυτόν τον τρόπο, οι πολίτες αισθάνονται ότι δεν μπορούν να συμμετάσχουν στη διαμόρφωση της πολιτικής. Τις τελευταίες δεκαετίες και στην Ελλάδα το σύστημα αυτό άρχισε να λειτουργεί με όρους πολιτικού μάρκετινγκ εμπορίας και διαφήμισης, με όρους αγοράς και πολυεθνικών εταιρειών, και ως εκ τούτου πνέει τα λοίσθια. Η λογική των σχέσεων της κοινωνίας με την εξουσία άλλαξε άρδην. Τα προγράμματα των κομμάτων πωλούνται ως προϊόντα στην αγορά με συνθηματικούς τρόπους, χωρίς πολιτική συνοχή και, αναλόγως με το τι επιζητά το καταναλωτικό κοινό, τα πουλάνε ως υπόσχεση. Βέβαια, μόλις οι πολίτες αγοράσουν τις υποσχέσεις, οι κυβερνήσεις λειτουργούν εναντίον τους και υπέρ των πραγματικών αφεντικών τους, δηλαδή των πολυεθνικών εταιρειών.

Λειτουργούν, δηλαδή, ως υπαλληλικό προσωπικό, αφού το πολιτικό προσωπικό εκπροσωπεί έμμεσα αλλά και άμεσα, πλέον, εταιρείες καθώς και τα συμφέροντα ολιγαρχών. Υπάρχει μια παρατεταμένη κρίση του πολιτεύματος, το οποίο αποτελεί επίφαση δημοκρατίας. Στην πραγματικότητα υπάρχει τυραννίδα, διότι τα κόμματα μιμούνται σε απόλυτο βαθμό τις μεγάλες εταιρείες στις οποίες, στην εσωτερική τους λειτουργία, η λέξη “δημοκρατία” είναι άγνωστη, καθώς η ιεραρχική τους δομή υπακούει στη στρατιωτική ή ακόμα και τη θρησκευτική λογική της απόλυτης υποταγής στην αυθεντία. Και η μίμηση των εταιρειών βρίσκεται και στη διαφθορά, επειδή, όπως αποδεικνύεται από τα πράγματα, στηρίζουν την ανάπτυξή τους στη δωροδοκία, η οποία βρίσκεται στο DNA τους. Τα ΜΜΕ λειτουργούν ως διαφημιστικές εταιρείες πώλησης της πραμάτειας τους, μέσω των πολιτευτών. Οι πολιτικές εκπομπές θυμίζουν τις κραυγές των πωλητών στη λαϊκή αγορά. Αυτό το στημένο πολιτικό σύστημα εκπροσώπησης, στην πραγματικότητα, των ολιγαρχών, είναι η επονομαζόμενη μεταδημοκρατία. Η δόμηση αυτή με επίκεντρο τα οικονομικά νούμερα, άσχετα με την πραγματική ζωή, δεν αντανακλά τη βιωτή των κοινωνιών. Η απόλυτη υποταγή της πολιτικής στα δυνατά οικονομικά κέντρα την αυτονομεί από την κοινωνία και δημιουργεί μια πολιτική τάξη που δεν έχει επαφή με τους πολίτες. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, οι πολίτες αισθάνονται ότι δεν μπορούν να συμμετάσχουν στη διαμόρφωση της πολιτικής. Η παθητικοποίηση των πολιτών, που εκφράζεται και με την αποχή ή με ψήφο ανοχής, δηλώνει ξεκάθαρα ότι δυσανασχετούν με την απο-ιδεολογικοποιημένη κατανάλωση των προσφερόμενων πολιτικών προϊόντων. Στο γεγονός αυτό έγκειται η κεντρική αιτία της αδιαφορίας όσων χαρακτηρίζονται πολιτικά αδιάφοροι. Για να επανιδρυθεί η Δημοκρατία χρειάζεται, κατά τη γνώμη μου, μια ριζική αλλαγή όλου του πολιτικού συστήματος, αλλά και μια νέα συνειδητοποίηση των ανθρώπων σε σχέση με τον εαυτό τους. Δεν μπορεί να υπάρξει δημοκρατία στην Ελλάδα αν δεν τεθεί το ζήτημα της εθνικής ανεξαρτησίας και δεν υπάρξει σοβαρή συζήτηση περί της έννοιας της ελληνικότητας. Αυτά όλα είναι αλληλένδετα αναμεταξύ τους. Η παράδοση του κοινοτισμού, που υπάρχει στην Ελλάδα από την περίοδο της Τουρκοκρατίας, θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση της αλλαγής του πολιτικού συστήματος. Με τον τρόπο αυτό, σε τοπικό επίπεδο οι άνθρωποι θα μπορούν να λαμβάνουν αποφάσεις για τη ζωή τους σε όλα τα πεδία».

Ποιος είναι ο Τριαντάφυλλος Σερμέτης

Ο Τριαντάφυλλος Σερμέτης γεννήθηκε στη Λάρισα και τα τελευταία χρόνια διαμένει μόνιμα στη Θεσσαλονίκη. Οι σπουδές του είναι στη Θεολογία και τη Φιλοσοφία. Είναι διδάκτωρ Φιλοσοφίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Εργάζεται ως καθηγητής στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Έχει συμμετάσχει με εισηγήσεις σε πολλά φιλοσοφικά συνέδρια και έχει συγγράψει πολλά φιλοσοφικά άρθρα σε επιστημονικά περιοδικά. Επίσης, έχει δημοσιεύσει πλήθος άρθρων, θεολογικού, φιλοσοφικού, πολιτικού και κοινωνικού περιεχομένου, σε έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα. Έχει επιμεληθεί και έχει συμμετάσχει σε αρκετά βιβλία. Επιπλέον, έχει εκδώσει την ποιητική συλλογή “Μύχιες παύσεις” (εκδόσεις “Πηγή”, 2015) και τη θεολογική και φιλοσοφική μελέτη “Η Θεολογία της Αφύπνισης” (εκδόσεις “Δαιδάλεος”, 2016). Έχει συγγράψει την ποιητική συλλογή “Άπειρος Κύκλος” (εκδόσεις “Νησίδες”, 2018) και έχει συγγράψει τον πρόλογο και την εισαγωγή στην ποιητική ανθολόγηση “Για τον Θεό και τον Έρωτα” του Jalaluddin Rumi (εκδόσεις “Δαιδάλεος”, 2018). Επίσης, συμμετείχε μαζί με άλλους οκτώ συγγραφείς στο συλλογικό έργο “Ευτυχία και πώς να την κατακτήσετε” (εκδόσεις “iWrite”, 2018). Έχει εκδώσει στοχασμούς με τον τίτλο “Στοχαστικά τρίμματα” (εκδόσεις “Νησίδες”, 2018) και το φιλοσοφικό δοκίμιο “Απελπισία: Η υπαρκτική αστοχία του Ανθρώπου να Είναι” (εκδόσεις “Αρμός”, 2019). Το τελευταίο του βιβλίο είναι το φιλοσοφικό δοκίμιο “Η Φιλοσοφία του φόβου” (εκδόσεις “Αρμός”, 2021).