Όταν στοχαζόμαστε για τον ανθρώπινο πόνο, αναδύονται στην επιφάνεια τάσεις συμπόνοιας. Όταν, όμως, χρειάζεται να εκφέρουμε τις απόψεις μας, για την πολιτική και τη θρησκεία, τότε εκφράζονται διαφωνίες και εμπλεκόμαστε σε διαμάχες. Θυμάμαι πριν από πολλά χρόνια τη δεκαετία του 1980 είχα δει μια ταινία (δεν θυμάμαι το όνομά της), η οποία απεικόνιζε τον ρωσικό λαό με έναν φυσικό τρόπο. Έδειχνε τις Ρωσίδες με τα μωρά τους και τους Ρώσους μπαμπάδες να παίρνουν τα παιδιά τους και να πηγαίνουν για πικνίκ. Εκείνη την εποχή, το να παρουσιάζονται οι Ρώσοι κατ’ αυτόν τον τρόπο, ήταν κάτι ασυνήθιστο, διότι το μεγαλύτερο μέρος της δυτικής προπαγάνδας τους παρουσίαζε σαν τέρατα ή σαν σκληρούς και κακούς ανθρώπους, έτσι που ποτέ δεν θα μπορούσε να τους θεωρήσει κανείς ως κανονικούς ανθρώπους. Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα με άλλους λαούς, θρησκείες, πρόσφυγες, μετανάστες κ.λπ. Για να αποκτήσει κάποιος την επιθυμία να σκοτώσει ανθρώπους, τότε θα πρέπει να παρουσιάζονται κατά αυτόν τον τρόπο. Δεν μπορεί κάποιος να σκοτώσει εύκολα άλλον ή άλλους, εάν συνειδητοποιήσει ότι και οι άλλοι υποφέρουν με τον ίδιο τρόπο που υποφέρεις κι εσύ. Θα πρέπει λοιπόν να σκέφτεται κάποιος ότι οι άλλοι είναι άπονοι, ανήθικοι, ανάξιοι και κακοί για να τους δει ως εχθρούς. Πρέπει να σκέφτεται ότι είναι κακοί και ότι είναι καλό να απαλλαγεί από αυτούς. Έχοντας αυτή τη στάση, μπορεί κάποιος να οικοδομήσει μια ολόκληρη ιδεολογία του κακού(φασισμός), καθώς μπορείς δικαιολογημένα να τους βομβαρδίζεις και να τους πυροβολείς. Εάν όμως έχεις στον νου σου τον πόνο, που είναι ο κοινός μας δεσμός, τότε δεν θα είσαι τόσο ικανός να κάνεις κάτι τέτοιο εύκολα. Αν δεν συνειδητοποιήσει κάποιος ότι ο πόνος είναι κοινός, αλλά θεωρεί ατομικιστικά ότι ο πόνος του οφείλεται στους διαφορετικούς άλλους, τότε τον κυριεύει ο θυμός που εύκολα μετατρέπεται σε μίσος.
Τριαντάφυλλος Σερμέτης