Τριαντάφυλλος Σερμέτης,
Δρ. Φιλοσοφίας Α.Π.Θ.
"Δεν μ’ αρέσει πολύ η θρησκεία και μ’ ευχαριστεί που αυτή η λέξη δεν υπάρχει στη Βίβλο" είχε τονίσει εμφατικά ο Martin Buber. Η παραδοσιακή μεταφυσική στον Μεσαίωνα ήταν η σύμπλεξη της θεολογίας με την αρχαία ελληνική φιλοσοφία. Ήταν η απόπειρα από τους θεολόγους να εξηγήσουν νοησιαρχικά την ιδέα περί Θεού δανειζόμενοι την αρχαία ελληνική φιλοσοφική ορολογία, προκειμένου να γίνει κατανοητή η έννοια του Θεού νοητικά . Η σύγχυση για την έννοια της μεταφυσικής επικρατεί μέχρι και τους νέους χρόνους, θεωρώντας αρκετοί ότι ο εναγκαλισμός της μεταφυσικής με τη θεολογία είναι αδιαχώριστος. Από τον 18ο αιώνα, όμως, η μετατόπιση της σκέψης των στοχαστών από την ετερονομία στην αυτονομία , οδήγησε τη μεταφυσική στην αυτοτέλειά της και αποτέλεσε την πρώτιστη πηγή αξιωμάτων κάθε φιλοσοφικής σκέψης, ακόμα και της θετικιστικής φιλοσοφίας και επιστήμης . Διότι, ακόμα και ο πιο ακραίος ορθολογισμός προκειμένου να ερευνήσει αντικειμενικά με την πιο ψυχρή λογική, βασίζεται σε αξιωματική υπόθεση, υποκειμενικής οπωσδήποτε υφής, μεταφυσικού περιεχομένου με χαρακτηριστικά νοητικής- συναισθηματικής δομής. Η μεταφυσική, ως φιλοσοφία, είναι εκείνη που ασχολείται με το Είναι και τις εκφάνσεις του. Ο στοχαστής μάχεται να φωτίσει την στέρεη αλήθεια πέρα από τα φαινόμενα . Επιζητεί τα όντα πέρα από την αισθητή πραγματικότητα, τα οποία αποτελούν την αιτία και το θεμέλιο του αισθητού κόσμου, όπως λ.χ. ότι η δύναμη είναι η πρωταρχική αιτία της κίνησης. Υπό αυτό το πρίσμα η μεταφυσική είναι θεμελιώδης επιστήμη, καθώς αποτελεί το έδαφος εκείνο που φυτρώνουν οι ρίζες όλων των άλλων φιλοσοφικών κλάδων. Είναι η επιστήμη που έχει ως θέμα τη γνώση της ουσίας, τον έσχατο λόγο και το νόημα του όντος. Μελετά, γενικά, τα στοιχεία και τις βασικές προϋποθέσεις κάθε όντος. Ερμηνεύει τις βαθύτερες συναρτήσεις και αναζητεί το παραμένον, το σταθερό μέσα στο χείμαρρο των αλλαγών και των φανερώσεων. Τούτο το σταθερό, το αναλλοίωτο, είτε γενικές και καθολικές ιδέες είναι αυτό, είτε πράγμα καθεαυτό, η μεταφυσική το φωτίζει ως το μόνο αληθινό, ως το όντως ον. Αποτελεί το είδος εκείνο της γνώσης που εδράζεται στο φαντασιακό, καθώς εκεί συναντιούνται η νόηση με το συναίσθημα, με χαρακτηριστικά καθαρά ορθολογικά. Για αυ- τόν τον λόγο, η μεταφυσική είναι και Οντολογία ή Πρώτη Φιλοσοφία, όπως την ονομάτισε ο Αριστοτέλης. Η μεταφυσική, ως φιλοσοφική επιστήμη που εξετάζει τις γενικότατες αρχές και τους όρους του Είναι, είναι Οντολογία. Ο όρος, όμως, Οντολογία χρησιμοποιείται και με έννοια στενότερη, ειδικότερη. Έτσι, η μεταφυσική ως Οντολογία, είναι η θεωρία για τα όντα, ως Κοσμολογία είναι η θεωρία για την ουσία του κόσμου, ως Ανθρωπολογία είναι η φιλοσοφική επιστήμη για τον άνθρωπο και ως Θεολογία είναι η διδασκαλία για την ύπαρξη και την ουσία του Θεού. Η διάκριση αυτή δεν αναιρεί τον ισχυρισμό όσων δικαίως ταυτίζουν τη μεταφυσική με την Οντολογία. Αντίθετα τον επιβεβαιώνει, αφού κόσμος - άνθρωπος – Θεός έχουν τον χαρακτήρα του όντος. Ο όρος Μεταφυσική προήλθε από την κατάταξη των έργων του Αριστοτέλη που ο Ανδρόνικος ο Ρόδιος έκανε κατά το 70 π.Χ. περίπου. Ο σπουδαίος αυτός Αριστοτελικός φιλόσοφος ενέταξε την πρώτη φιλοσοφία μετά τα «Φυσικά» συγγράμματα. Η τοποθέτηση αυτή ασφαλώς δεν είναι τυχαία, αφού η πρώτη φιλοσοφία ερευνούσε τις πρώτες αρχές και αιτίες των όντων και τα οποία είναι και το αντι- κείμενο της Μεταφυσικής. Η Μεταφυσική ως επιστήμη στην πραγματικότητα, όμως, είναι αρχαιότερη. Οι Προσωκρατικοί φιλόσοφοι θέτοντας το ερώτημα για την πρώτη αρχή και αιτία, στην οποία οφείλουν την ύπαρξή τους όλα τα ό- ντα, αναδείχθηκαν ως οι πρώτοι μεταφυσικοί.
Ο Πλάτων όρισε τη μεταφυσική ως τη θεωρία περί του Είναι και χώρισε τα είδη του Είναι διακρίνοντας τα πράγματα σε αισθητά και νοητά. Το αισθητό Είναι πάλι, η Πλατωνική μεταφυσική το διαιρούσε σε άψυχο και έμψυχο, σε ύλη και ζωή. Το αισθητό είναι το φθειρόμενο ή μεταβαλλόμενο, το νοητό είναι το σταθερό. Επομένως, το νοητό είναι το όντως ον, οι ιδέες. Οι ιδέες, ως το πραγματικό Είναι, έχουν Ζωή. Η Ζωή είναι το γνώρισμα του Είναι. Η μεταφυσική επιζητεί να αναγάγει το πλήθος των όντων σε μία αιτία, ευρισκόμενη πέραν της φύσης και στην ουσία ριζικά διαφορετική από αυτήν. Ο Θεός υπάρχει, βεβαίως, αλλά ως απρόσωπη αιτία και πρώτη αρχή, ως μία διάσταση κατά την οποία ανάγεται και από την οποία κατάγεται ο κόσμος.
Θρησκεία είναι η πίστη στην ύπαρξη Θεού ή Θεών και να σύνολο δοξασιών που εκφράζονται με λατρευτικά στοιχεία. Θεμέλιο, αντικείμενο, αρχή, και τελικός στόχος της θρησκείας είναι ο Θεός, το Αναλλοίωτο, το Ιδεώδες, το Τέλειον Ον, το Άφθαρτο. Η Θρησκεία προκύπτει από την πρώτη στιγμή της ανθρώπινης ύπαρξης ως μια φυσική ανάγκη βεβαιοτήτων και άρσης της άγνοιας της ύπαρξης. Τα ψυχόρμητα του όντος για λόγους αυτοσυντήρησης προσανατολίζονται ενστικτωδώς στη δημιουργία του Είναι από ένα υπέρτατο Όν. Η ανασφάλεια για τη φύση που περιβάλλει τον άνθρωπο τον κατευθύνει στην αναζήτηση του Υπέρτατου Όντος. Στο βαθμό που υπάρχει έλλειμμα βεβαιότητας, για λόγους που μπορεί να είναι και η μη ανάληψης της ευ- θύνης του εαυτού του, ο άνθρωπος καταφεύγει σε αυθεντίες, προκειμένου να αναπληρώσει την ανασφάλειά του . Με αυτό τον τρόπο προκύπτει η θρησκεία ως θεσμός με τελετές, ιερατείο και λατρευτικά στοιχεία. Η θεσμισμένη θρησκεία ως αυθεντία πια, ασκεί την κυριαρχική και εξουσιαστική της διάθεση ως φυσική προδιάθεση του ανθρώπου για απαίτηση κυριαρχίας και εξουσίας. Αυτή είναι η αντιμεταφυσική χροιά της θρησκείας και λειτουργεί ως κοινωνικός θρησκευτικός θεσμός και χάνεται στα βάθη της ανθρώπινης ιστορίας και πιθανόν είναι σύμφυτος με τη δημιουργία της ανθρώπινης κοινωνίας. Πέρα από αυτή την κατεύθυνση της θρησκείας, όμως, υπάρχει και μια άλλη χροιά που έχει καθαρά μεταφυσικό προσανατολισμό και κύριο χαρακτηριστικό αποτελεί ο βιωματικός και εμπειρικός χαρακτήρας μέσα από την αποφατικότητα. Οι γνωσιολογικές προϋποθέσεις της κατεύθυνσης αυτής της θρησκείας, αλλά και η γνωστική μεθοδολογία, που έγκειται στην αδιαμεσολάβητη ενορατική υποκειμενική γνώση έντονης υπαρξιακής ατμόσφαιρας, αν δεν ταυτίζεται, προσομοιάζει σε μεγάλο βαθμό με τις γνωσιολογικές μεθοδολογικές μεταφυσικές φιλοσοφικές απολήξεις .
Μια, όμως, πιο προσεκτική ματιά μας αναγκάζει να δούμε διαφορές ανάμεσα στη μεταφυσική, ως βασικότατο κλάδο της φιλοσοφίας, και τη θρησκεία. Η λέξη πίστη διαφοροποιεί τις δύο έννοιες. Όσα διαπιστώνονται λογικά και συστηματικά στη φιλοσοφία, αποκαλύπτονται συμβολικά, δογματικά ή τελετουργικά στη θρησκεία. Οι μεταφυσικοί στοχαστές γνωσιολογικά επιχειρούν να διεισδύσουν στο Είναι, να γνωρίσουν ενδελεχώς την ουσία των όντων. Ο θρησκευόμενος άνθρωπος εδράζει τη γνώση του στη θέρμη της πίστης. Τούτο δεν σημαίνει, όμως, αμφισβήτηση του επιστημονικού χαρακτήρα της θεολογίας και άρνηση της θρησκείας, αλλά απλώς υπογραμμίζουμε τη βασική διαφορά ανάμεσα στη μεταφυσική φιλοσοφία και στη θρησκεία. Φιλοσοφική γνώση και θρησκευτική πίστη ίστανται σε διαφορετικά επίπεδα. Για αυτό, η θρησκευτική πίστη δεν είναι δυνατόν ούτε να αποδειχθεί ούτε να αναιρεθεί από τη Λογική και την εμπειρική επιστήμη. Κάθε περιοχή έχει τα δικά της προβλήματα και τη δική της αλήθεια, πράγμα που οδήγησε σε μία μεγάλη διαμάχη. Έτσι, είτε η θρησκεία στρέφεται ενάντια στη φιλοσοφία είτε η φιλοσοφία ενάντια στη θρησκεία. Ασφαλώς, η φιλοσοφία δεν ταυτίζεται με τη θρησκεία και οι διαφορές ως προς το περιεχόμενο, τη μέθοδο και τα μέσα γνώσης και έρευνας είναι σημαντικές ανάμεσά τους. Η μεταφυσική, όμως, χροιά είναι ανώλεθρη. Ήδη ο Πλάτων είδε τον τελικό σκοπό της φιλοσοφίας στη «θέα του αγαθού» και την «ομοίωσιν αυτώ» και ο Αριστοτέλης έβλεπε τη διδασκαλία για τον Θεό και τη θεολογία ως έναν από τους τρεις βασικούς κλάδους της θεωρητικής φιλοσοφίας. Στον Καντ, επίσης, κάθε γνώση βρίσκεται σε άμεση σχέση με την ιδέα της ψυχής, του κόσμου και του Θεού. Ο Γιάσπερς εξάλλου προσδιόρισε ως τρεις θεμελιώδεις λειτουργίες α) τον προσανατολισμό στον κόσμο β) τον υπαρξιακό φωτισμό και γ) την άνοδο προς το Επέκεινα, στο Περιέχον τους δύο άλλους ορίζοντες, δηλαδή τον άνθρωπο και τον κόσμο, λειτουργίες που είναι οι ίδιες με εκείνες κάθε θρησκείας . Προς τούτο χρειάζεται, κατά τον Κίρκεγκωρ, ένα απεγνωσμένο άλμα στο χώρο του Παράδοξου, του Παράλογου, του α-νόητου . Απαιτείται η συντριβή του λόγου, η σταύρωση της λογικής, που όμως σημαίνει σωτηρία και ανάσταση για την ύπαρξη 8. Λογική όμως συμφιλίωση ανάμεσα στις δύο αυτές κατηγορίες αληθειών, δίχως να παραβιασθούν οι λογικοί κανόνες είναι αδύνατη και θα συνιστούσε «μετάβασιν εις άλλο γένος», σύμφωνα με την άποψη του Αριστοτέλη.
Στην υψηλή αυτή συνάντηση φιλοσοφίας και θρησκείας σπεύδει να λάβει μέρος και η επιστήμη με την σύγχρονη και διευρυμένη αντίληψή της περί κόσμου, ανθρώπου και Θεού. Στην φύση η ύλη δεν είναι εξολοθρεύσιμη. Δεν καταστρέφεται παρά μετατρέπεται σε ενέργεια. Ούτε ένα μόριο δεν εξαφανίζεται δίχως να αφήσει ίχνη. Η φύση δεν γνωρίζει εξόντωση παρά μόνον μετασχηματισμό. Ο μετασχηματισμός αυτός είναι μία μορφή αθανασίας. Η ιδέα της αθανασίας είναι θελκτική για την ανθρώπινη διανόηση. Η θρησκεία πιστεύει σε αυτήν, ενώ η φιλοσοφία με το άμετρο του λόγου της ανοίγει δρόμους που οδηγούν σε αυτήν την πίστη. Φιλοσοφική γνώση και θρησκευτική πίστη ενισχύουν μία ζώσα πνευματική πρόοδο και γίνονται όργανα μετασχηματισμού της συνείδησης του ανθρώπου, δηλαδή αποκαλύψεως του Θεού ή ζωντανής παρουσίας του Απροσίτου μέσα στη ανθρώπινη συνείδηση. Έτσι γνώση και πίστη είναι συλλειτουργοί της Αιώνιας Αλήθειας. Μεταφυσική και θρησκεία, λοιπόν, δύο φαινομενικά αιώνια αντιμαχόμενες δυνάμεις που όμως συμπληρώνουν η μία την άλλη και ορμούν και οι δύο προς τον ίδιο μεταφυσικό στόχο, που είναι το Αιώνιο Είναι.
Σημειώσεις
1.Ο 13ος αιώνας είναι καθοριστικός για τη σύζευξη φιλοσοφίας και θρησκείας που γέννησε την παραδοσιακή μεταφυσική. Πρωτεργάτης της μεταφυσικής αυτής αναδείχθηκε ο Θωμάς Ακινάτης (1225-1274).
2.Κονδύλης Π., Ο Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός, τομ Α΄. σ. 147, εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα 2004.
3.Ό.π. σ. 379
4.Γιανναράς Χ., Ενάντια στη θρησκεία, σ.34, εκδ. Ίκαρος, Αθήνα 2006.
5.Μπερξόν Α., Οι δύο πηγές της ηθικής και της θρησκείας, σ. 164, εκδ. Νησίδες, Θεσσαλονίκη 2006.
6.Γιάσπερς Κ., Εισαγωγή στη Φιλοσοφία, Μτφρ. Χ. Μαλεβίτσης, σ. 58, εκδ. Δωδώνη, Αθήνα 1983.
7.Κίρκεγκωρ Σ., Ασθένεια προς θάνατον, μτφρ. Κ. Παπαγιώργης, εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 2007.
8.Κίρκεγκωρ Σ., Φόβος και τρόμος, μτφρ. Α. Σολωμού, εκδ. Νεφέλη, Αθήνα 1994.